Καρκίνος του Προστάτη

Ο προστάτης είναι ένας μικρός ενδοκρινής αδένας που έχει μήκος περίπου 3 εκατοστά και ζυγίζει περίπου 20 γραμμάρια. Βρίσκεται μεταξύ της ουροδόχου κύστεως και της ουρήθρας και περιέχει πολλούς μικρούς αδένες, οι οποίοι παράγουν περίπου το 20% του υγρού του σπέρματος και χάρις σε αυτό προστατεύεται το σπέρμα στον κόλπο της γυναίκας.

Δυστυχώς, το όργανο αυτό, εκτός από την καλοήθη διόγκωση του, που συμβαίνει στην πλειοψηφία των ανδρών με τις συνήθεις διαταραχές στην ούρηση, ταλαιπωρεί τους άνδρες και με την κακοήθεια του.

Ο καρκίνος του προστάτη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της εποχής μας που ταλανίζει τους άνδρες αλλά και τους γιατρούς, που πρέπει να απαντήσουν σε ατέλειωτα ερωτήματα και να κατευθύνουν σωστά τους ασθενείς τους. Ο καρκίνος του προστάτη είναι ίσως ο πιο αινιγματικός από όλους τους κοινούς συμπαγείς κακοήθεις όγκους. Αποτελεί τη δεύτερη σε συχνότητα αιτία θανάτου σε άνδρες μέσης ή μεγαλύτερης ηλικίας μετά από τον καρκίνο του πνεύμονα. Ο προστάτης περιβάλλεται από μύες και ινώδη κάψα και χωρίζεται σε δύο λοβούς και 4 ζώνες:

  • περιφερική,
  • κεντρική,
  • μεταβατική
  • πρόσθια ινομυώδη ζώνη

 

Ο καρκίνος του προστάτη προέρχεται από τα αδενικά κύτταρα του οργάνου. Με την πάροδο του χρόνου τα κύτταρα αυτά αποκτούν την ικανότητα να πολλαπλασιάζονται και με αυτόν τον τρόπο δημιουργούν έναν όγκο μέσα στον προστάτη αδένα. Η πλειοψηφία των καρκίνων (80%) εντοπίζεται στην περιφερική ζώνη του προστάτη. Αργότερα, ο όγκος αυτός μπορεί να μεγαλώσει αρκετά ώστε να διηθήσει γειτονικά όργανα όπως οι σπερματοδόχες κύστεις και τελικά να αποκτήσει την ικανότητα να εισέρχεται στα αγγεία και να δίνει λεμφαδενικές και απομακρυσμένες μεταστάσεις καθώς και οστικές μεταστάσεις.

Στατιστικά ένας στους δέκα άνδρες θα αναπτύξει καρκίνο του προστάτη κατά τη διάρκεια της ζωής του και όπως προαναφέραμε, ο καρκίνος του προστάτη αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου των ανδρών άνω των 50 ετών. Οι πιθανότητες καρκίνου του προστάτη αυξάνονται με την ηλικία. Έχει εκτιμηθεί πως στις δυτικές χώρες ο κίνδυνος ανάπτυξης του μικροσκοπικού καρκίνου του προστάτη κατά τη διάρκεια της ζωής ενός άνδρα, είναι περίπου 30% και περίπου 80% στα 80 τους χρόνια. Ωστόσο, δεδομένου ότι πολλοί από αυτούς τους καρκίνους μεγαλώνουν αργά, ο κίνδυνος ανάπτυξης κλινικά σημαντικού καρκίνου είναι 8%, ενώ ο κίνδυνος να πεθάνει ένας άνδρας από καρκίνο του προστάτη είναι γύρω στο 3%.

Παράγοντες επικινδυνότητας αποτελούν η ηλικία (η κλινικά ανιχνεύσιμη νόσος είναι σχετικά σπάνια σε άνδρες νεώτερους των 50 ετών, ενώ η επίπτωση αυξάνεται δραματικά σε άνδρες άνω των 60), η φυλή (συχνότερος στη μαύρη), το οικογενειακό ιστορικό, οι ορμόνες, η παχυσαρκία, η δίαιτα δυτικού τύπου, η μικρή έκθεση στο ηλιακό φως και άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες. Όσο πρωιμότερα γίνει η διάγνωση του καρκίνου του προστάτη, τόσο καλύτερο είναι το αποτέλεσμα, όσον αφορά στην αντιμετώπιση και την παρεμπόδιση της προόδου της νόσου.

Η διάγνωση του καρκίνου του προστάτη είναι ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ μετά από βιοψίες που λαμβάνονται με τη βοήθεια του διορθικού υπερηχογραφήματος. Τα στοιχειά που οδηγούν τον ουρολόγο στην εξέταση αυτή προέρχονται από την ΔΑΚΤΥΛΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ και το PSA. Η δακτυλική εξέταση του προστάτη είναι η απλούστερη και ασφαλέστερη μέθοδος, με την προϋπόθεση ότι ο όγκος βρίσκεται οπισθίως του αδένα και είναι αρκετά ευμεγέθης, ώστε να είναι ψηλαφητός. ​ Είναι μια εξέταση που δεν πρέπει να παραλείπεται από τον ουρολόγο αν και μερικοί ασθενείς αντιδρούν (κακώς) λόγω των ταμπού και των ιδεοληψιών που τους διακατέχουν.

Ο προστάτης παράγει μία πρωτεΐνη που ονομάζεται ειδικό προστατικό αντιγόνο (Prostate Specific Antigen – PSA) η όποια είναι υπεύθυνη για την ρευστοποίηση του σπέρματος. Η ανακάλυψη του ειδικού αυτού προστατικού αντιγόνου, έφερε μεγάλη επανάσταση στην ιατρική και ειδικότερα στην παγκόσμια ουρολογική κοινότητα, αφού μπορεί να ανιχνεύσει τον υπερδιπλάσιο αριθμό καρκίνων από τους αντίστοιχους της δακτυλικής εξέτασης. Ωστόσο η προγνωστική του αξία αυξάνεται εάν η μέτρηση του PSA συνδυαστεί με την δακτυλική εξέταση, όπως θα έπρεπε πάντα να γίνεται. Θα μπορούσε βέβαια να πει κάποιος μετά από τόσα χρόνια ότι με το PSA φτάσαμε και στην υπερδιάγνωση (καρκίνοι που ενδεχομένως δεν χρειάζεται να διαγνωστούν) και ταυτόχρονα στην υπερθεραπεια. Για αυτό και μέχρι σήμερα γίνονται προσπάθειες με διάφορους μοριακούς δείκτες να αξιολογείται ο βαθμός και επιθετικότητα του όγκου και με βάση αυτό να παίρνονται αποφάσεις για τον τρόπο αντιμετώπισης του.


Συμπτωματολογία:

Ο καρκίνος του προστάτη δεν παρουσιάζει συμπτώματα στο αρχικό στάδιο. Όσο εξελίσσεται η νόσος μπορεί να εμφανιστούν αποφρακτικά και ερεθιστικά συμπτώματα στην ούρηση, αιματουρία, αιμοσπερμία, περινεϊκο και υπερηβικό άλγος, οσφυϊκό άλγος και ανουρία απότοκος απόφραξης των ουρητήρων, νεφρική ανεπάρκεια. Στην περίπτωση αιματογενούς διασποράς της νόσους (μεταστάσεις), δύναται να παρουσιαστούν συμπτώματα που να αφορούν τα οστά (λεκάνη, σπονδυλική στήλη, πλευρές, κρανίο), όπως: Συνεχής πόνος στη μέση, στη ράχη, στη λεκάνη και στους γλουτούς.

Αίτια:
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σημαντική πρόοδος στην έρευνα για την ερμηνεία όλων των μηχανισμών που συμβάλουν στον εκφυλισμό του φυσιολογικού κυττάρου του παραστάτη σε καρκινικό κύτταρο. Για την καρκινογένεση στον προστάτη δεν είναι μόνο ένα γονίδιο υπεύθυνο, αλλά εμπλέκονται πολλά όπως τα: EPAC2, RNASEL, MSR1, CHEK2, CAPZB, PON1, BRCA1 και BRCA2. Ειδικότερα οι μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2, αποτελούν σημαντικούς γονιδιακούς παράγοντες. Οι γονιδιακές αυτές μεταλλαγές συσχετίζονται με συγκεκριμένα αίτια, όπως:

  • Το κάπνισμα
  • Η ηλικία ( όσο αυξάνεται η ηλικία, τόσο πιο συχνός είναι καρκίνος του προστάτη )
  • Διάφοροι λοιμογόνοι παράγοντες: εξετάζεται μέχρι σήμερα αν κάποιες φλεγμονές ή λοιμώξεις του κατωτέρου ουροποιητικού ευνοούν την ανάπτυξη του καρκίνου του προστάτη.
  • Το οικογενειακό ιστορικό. Αν κάποιος συγγενής πρώτου βαθμού ( πατέρας, αδελφός) έχει καρκίνο του προστάτη, τότε ο κίνδυνος να αναπτύξει και ο ίδιος καρκίνο αυξάνεται.
  • Η φυλή. Οι Αφρικανοί αναπτύσσουν με μεγαλύτερη συχνότητα καρκίνο του προστάτη σε σχέση με τους λευκούς ή τους Ασιάτες.
  • Η Διατροφή. Μία δίαιτα πλούσια σε ζωική λίπη και φτωχή σε φρούτα, λαχανικά και ψάρι θεωρείται ότι αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του προστάτη.

Διάγνωση:

Γενικότερα ισχύει ότι όσο νωρίτερα ανιχνευθεί ο καρκίνος του προστάτη, τόσο το καλύτερο αποτέλεσμα έχουμε ως προς την αντιμετώπιση και την θεραπεία του. Για τη διάγνωση της νόσου απαιτείται τόσο η κλινική εξέταση από τον ουρολόγο, όσο και οι εργαστηριακές και διαγνωστικές εξετάσεις.

Αναλυτικά:

  • Η δακτυλική εξέταση του ορθού και η ψηλάφηση του προστάτη, δίνει στον ουρολόγο μια πρώτη εικόνα για την ύπαρξη του προβλήματος.
  • Ο αιματολογικός έλεγχος του καρκινικού δείκτη ΡSA, δίνουν σοβαρές ενδείξεις της νόσου.
  • Το διορθικό υπερηχογράφημα και οι βιοψίες του προστάτη θέτουν την διάγνωση της νόσου.
  • Η αξονική τομογραφία κάποιες φορές, η ειδική μαγνητική τομογραφία και το σπινθηρογράφημα οστών μπορούν να ορίσουν την έκταση του προβλήματος.

Ειδικότερα το P.S.A. είναι ένας ειδικός αλλά όχι πάντα ιδιαίτερα ευαίσθητος δείκτης του προστάτη. Είναι δυνατόν να βρίσκεται σε φυσιολογικά επίπεδα παρά την ύπαρξη προστατικού καρκίνου. Αντίθετα η τιμή του μπορεί να είναι αρκετά υψηλή χωρίς την ύπαρξη καρκινώματος αφού μπορεί ακόμα να ανεβρεθούν σε καλοήθη υπερπλασία του προστάτη, αλλά και σε φλεγμονώδεις καταστάσεις.

Οπότε στην περίπτωση που το PSA είναι αυξημένο και η δακτυλική εξέταση (η κλασική εξέταση του προστάτη από το ορθό) δεν είναι φυσιολογική, τότε ο ουρολόγος θα προτείνει να γίνει βιοψία του προστάτη, αφού η βιοψία είναι η μόνη εξέταση που ορίζει τη διάγνωση του καρκίνου. Στην περίπτωση επιβεβαίωσης της νόσου, ακολουθεί η σταδιοποίηση, ή διαφορετικά ο προσδιορισμός της έκτασης της νόσου στον προστάτη, για το αν έχει ξεπεράσει τα όρια του και εάν υπάρχουν μεταστάσεις και που. Η σταδιοποίηση αυτή διακρίνεται σε τέσσερα στάδια:

  1. Ο καρκίνος είναι περιορισμένος στον προστάτη.
  2. Ο όγκος είναι περισσότερο προχωρημένος αλλά δεν εκτείνεται πέραν του προστάτη.
  3. Ο όγκος εκτείνεται πέραν του προστάτη και μπορεί να έχει διεισδύσει στις σπερματικές κύστεις χωρίς όμως να επεκταθεί στους λεμφαδένες.
  4. Ο όγκος μπορεί να έχει διεισδύσει στην ουροδόχο κύστη, στο ορθό ή στα κοντινά όργανα καθώς και να έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες, στα οστά ή σε άλλα σημεία του οργανισμού. Αυτός είναι γνωστός ως προχωρημένος, ή μεταστατικός, καρκίνος του προστάτη.

 

Θεραπεία:

Η επιλογή της θεραπείας του καρκίνου του προστάτη εξαρτάται από την σταδιοποίηση του όγκου, την ηλικία και το προσδόκιμο επιβίωσης του ασθενούς. Η χειρουργική θεραπεία περιλαμβάνει την ριζική προστατεκτομή.

Ριζική Προστατεκτομή

Περιλαμβάνει την χειρουργική αφαίρεση ολόκληρου του προστάτη, των σπερματοδόχων κύστεων, των παρακείμενων ιστών, καθώς και λεμφαδενικό καθαρισμό. Η επέμβαση πραγματοποιείται δια της κλασικής μεθόδου (με τομή-ανοιχτά), αλλά και ρομποτικά που τα τελευταία χρόνια κερδίζει έδαφος με τα ίδια ή και για κάποιους καλύτερα αποτελέσματα. Η ριζική προστατεκτομή προτείνεται στην περίπτωση που ο καρκίνος δεν έχει επεκταθεί εκτός των ορίων του προστάτη, σε ασθενείς που βρίσκονται σε καλή γενική κατάσταση και με αυξημένο προσδόκιμο επιβίωσης.

Οι μη επεμβατικές θεραπευτικές λύσεις περιλαμβάνουν:

Τοπική ακτινοβολία:

Αποτελεί εναλλακτική λύση για τους ασθενείς που δεν μπορούν η δεν επιθυμούν να χειρουργηθούν. Εφαρμόζεται στον καρκίνο του προστάτη που είναι περιορισμένος μέσα στον αδένα. Χορηγείται είτε εξωτερικά, είτε με εμφύτευση ραδιενεργών σφαιριδίων (η λεγόμενη βραχυθεραπεία), είτε με συνδυασμό και των δυο και έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Επίσης τα τελευταία χρόνια έχει φανεί ότι ο συνδυασμός εξωτερικής ακτινοβολίας με ορμονοθεραπεία έχει βελτιώσει την πενταετή επιβίωση από 62% σε 78%. Σε κάθε περίπτωση, επειδή η κάθε θεραπεία, παρουσιάζει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα πρέπει ο ασθενής να γνωρίζει όλες τις θεραπευτικές λύσεις και να αποφασίζει για τον τρόπο αντιμετωπίσης της νόσου του.

Ορμονική θεραπεία:

Χρησιμοποιείται σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο. Σκοπός της ορμονικής θεραπείας είναι να καταστείλει την παραγωγή των ανδρικών ορμονών, των ανδρογόνων, με σημαντικότερη την τεστοστερόνη. Τα ανδρογόνα που παράγονται κυρίως στους όρχεις, προκαλούν την ανάπτυξη των καρκινικών προστατικών κυττάρων. Η ορμονική θεραπεία δεν θεραπεύει τον καρκίνο του προστάτη, προκαλεί όμως ελάττωση του καρκινικού όγκου και καθυστερεί την ανάπτυξή του. Η ορμονική θεραπεία επιτυγχάνεται είτε με χειρουργική αφαίρεση των όρχεων, είτε με τη χρήση αντιαδρογόνων φαρμάκων που δεν επιτρέπουν στην τεστοστερόνη να εκδηλώσει τη δράση της.

Απλή παρακολούθηση:

Ακολουθείται σε ασθενείς με καρκίνο του προστάτη που είναι προχωρημένης ηλικίας ή έχουν άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας και βραχύ προσδόκιμο επιβίωσης. Αποτελείται από απλή παρακολούθηση της τιμής του P.S.A. και δακτυλική εξέταση κάθε 6 μήνες. Συστήνεται όταν ο καρκίνος είναι ενδοπροστατικός και που αναμένεται να έχει αργή εξέλιξη στον χρόνο χωρίς να προκαλεί συμπτώματα.

Πρόληψη:

Ο καρκίνος του προστάτη στην πλειονότητα των περιπτώσεων εξελίσσεται αργά και έχει πολύ καλή πρόγνωση. Ο συνδυασμός χειρουργικής αντιμετώπισης, τοπικής ακτινοβολίας και ορμονικής αγωγής προσφέρει πολλά χρόνια ζωής στους ασθενείς, με την προϋπόθεση ότι η διάγνωση θα γίνει έγκαιρα και σε αρχικά στάδια. Σύμφωνα με τους ουρολόγους, ειδικά για τους άνδρες με οικογενειακό ιστορικό, ο πρώτος έλεγχος του προστάτη πρέπει να γίνεται στην ηλικία των 40 ετών.

Ως μέτρα πρόληψης της νόσου μπορούμε να υποδείξουμε κάποιες συμβουλές που ενισχύονται από εμπεριστατωμένες ιατρικές μελέτες όπως:

  • Η μείωση του ποσοστού του λίπους και των κεκορεσμένων λιπαρών οξέων στο καθημερινό διαιτολόγιο φαίνεται να μειώνει σημαντικά την εμφάνιση του καρκίνου του προστάτη.
  • Το σελήνιο, η βιταμίνη D, η βιταμίνη Ε και οι τροφές πλούσιες σε σελήνιο όπως τα ψάρια, τα μαλάκια, το κοτόπουλο, τα αυγά, τα δημητριακά, το σκόρδο, ελαττώνουν την εμφάνιση του καρκίνου του προστάτη.
  • Είναι πολύ σημαντικό, για κάποιον που θέλει να προλάβει την ανάπτυξη καρκίνου του προστάτη, να διατηρεί το βάρος του σε φυσιολογικά επίπεδα, να έχει στο διαιτολόγιό του πολλά χορταρικά και να περιορίσει την κατανάλωση κόκκινου κρέατος και αλκοόλ.

Στην σημερινή εποχή η ιατρική επιστήμη έχει ανατρέψει την θνησιμότητα από τον καρκίνο του προστάτη. Η στενή συνεργασία του άνδρα με τον ουρολόγο του, αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την έγκαιρη πρόληψη και αντιμετώπιση της νόσου.

Καρκίνος των όρχεων

Ο καρκίνος των όρχεων είναι σχετικά σπάνιος, αποτελεί δε περίπου το 1% όλων των νεοπλασιών του άνδρα. Στην ηλικία μεταξύ 25-35 ετών αποτελεί, με ποσοστό πάνω από 10%, τη συχνότερη αιτία θανάτου από νεοπλασίες. Όλες οι ηλικίες μπορεί να εμφανίσουν όγκους των όρχεων, το 70% όμως από αυτούς αποκαλύπτονται στην ηλικία 20-40 ετών. Για τον καρκίνο των όρχεων έχουν ενοχοποιηθεί κατά καιρούς διάφοροι παράγοντες, συγγενείς ή επίκτητοι. Τέτοιοι παράγοντες είναι η κρυψορχία, οι επαναλαμβανόμενοι τραυματισμοί, οι φλεγμονές, διάφοροι ενδοκρινικοί παράγοντες και η κληρονομικότητα. Το ελπιδοφόρο είναι ότι ο καρκίνος των όρχεων, είναι πλήρως αντιμετωπίσιμος και έχει καλή πρόγνωση, φτάνει να εντοπιστεί εγκαίρως. Οι περισσότεροι καρκίνοι των όρχεων προέρχονται από τα γεννητικά κύτταρα, δηλαδή τα κύτταρα που εμπλέκονται στην παραγωγή του σπέρματος.

Οι καρκίνοι των όρχεων χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες, ανάλογα με τον ακριβή τύπο των κυττάρων που προκαλεί τον καρκίνο. Τα σεμινώματα, που συμβαίνουν στο 50% περίπου των περιπτώσεων και τους μή σεμινωματώδεις όγκους. Στην ηλικία μεταξύ 20 και 30 ετών υπερτερούν οι μη σεμινωματώδεις όγκοι, ενώ άνω των 30 ετών τα σεμινώματα.

Συμπτωματολογία:

Τυπικό πρώτο σύμπτωμα ενός ορχικού νεοπλάσματος είναι η ανώδυνη διόγκωση του όρχεως στο 85% των περιπτώσεων. Μερικά άλλα συμπτώματα του καρκίνου των όρχεων, περιλαμβάνουν:

  • Αλλαγές στην υφή των όρχεων όπως ψηλαφητές μάζες, ή εξογκώματα, ή οζίδια που μπορεί να είναι επώδυνα ή όχι.
  • Αύξηση του μεγέθους των όρχεων.
  • Αίσθημα βάρους στο όσχεο ή και στο κάτω μέρος της κοιλιάς.
  • Πόνος στο κάτω μέρος της κοιλιάς, της πλάτης, ή στη βουβωνική χώρα.
  • Οίδημα του οσχέου ή συσσώρευση υγρού.
  • Διογκωμένοι λεμφαδένες.
  • Απώλεια βάρους.
  • Πυρετός που δεν υποχωρεί.
  • Γενικευμένη κόπωση για μεγάλο χρονικό διάστημα.
  • Επί μεταστάσεων μπορεί να εμφανιστεί δυσκολία στην αναπνοή, πόνος στο στήθος και βήχας.

Αίτια:

Οι κύριοι προδιαθεσικοί παράγοντες στην εμφάνιση του καρκίνου των όρχεων είναι:

  • Η κρυψορχία.
  • Η ατροφία των όρχεων.
  • Η μικρολιθίαση των όρχεων.
  • Ορισμένες μορφές ακτινοβολίας.
  • Η αυξημένη θερμοκρασία στο όσχεο.
  • Το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου όρχεως.
  • Η λοίμωξη από AIDS.

Επιπλέον όταν ένας άνδρας νοσήσει από καρκίνο στο έναν όρχι, τότε διατρέχει αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου και στον άλλον. Παρότι δεν αποτελούν την αιτία, πολλές φορές ορισμένες παθολογικές καταστάσεις, υποδηλώνουν υποψία κακοήθειας και θα πρέπει να διερευνώνται. Τέτοιες παθολογικές καταστάσεις είναι:

  • Η γυναικομαστία
  • Η υπογονιμότητα
  • Η διόγκωση του όρχεως
  • Η υδροκήλη

Διάγνωση:

Η διάγνωση του καρκίνου του όρχεως είναι ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ. "Κάθε όγκος είναι καρκίνος, μέχρις ιστολογικής αποδείξεως του αντιθέτου''.

Γι’ αυτό όταν υπαρχή ισχυρή υποψία κακοήθειας και ο εργαστηριακός και απεικονιστικός έλεγχος είναι ασαφής, γίνεται ριζική χειρουργική αφαίρεση του όρχι. Επειδή τα συμπτώματα στους όρχεις μπορεί να οφείλονται σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις (πχ. ορχίτιδα, επιδιδυμίτιδα, υδροκήλη, κ.α) και όχι εξ’ ανάγκης σε καρκίνο, ο ουρολόγος θα ορίσει τη διάγνωση, εκτιμώντας όλες τις παραμέτρους της διαγνωστικής φαρέτρας της ουρολογίας. Αρχικά ο ουρολόγος θα λάβει από τον ασθενή ένα πλήρες ιστορικό. Στην συνέχεια θα εξετάσει κλινικά τον ασθενή και θα ψηλαφίσει τους όρχεις με λεπτομέρεια και θα διενεργήσει υπερηχογράφημα του οσχέου, για τυχόν ύπαρξη κακοήθων ενδορχικών μαζών, που απεικονίζονται ως υπόηχες εστιακές ανωμαλίες ή ως διάχυτες βλάβες.

Στο 90% των περιπτώσεων ο όγκος διαπιστώνεται με την ψηλάφηση κατά την κλινική εξέταση. Επί υπόνοιας νεοπλασίας, ο ουρολόγος θα ζητήσει έναν ευρύτερο εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο με:

  • Αξονική τομογραφία κοιλίας και πυέλου για τον έλεγχο ύπαρξης λεμφαδενικών ή ηπατικών μεταστάσεων.
  • Ακτινογραφία θώρακος ή και μερικές φορές αξονική θώρακος.
  • Γενική αίματος και πλήρεις βιοχημικές εξετάσεις για καρκινικούς δείκτες (AFP, HCG β, LDH, κ.α.).

Όπως προαναφέραμε στην εισαγωγή μας, οι βασικοί ιστολογικοί τύποι του καρκίνου των όρχεων είναι τα σεμινώματα και οι μή σεμινωματώδεις όγκοι. Οι δύο αυτοί τύποι αποτελούν το 95% των όγκων και πρόκειται για όγκους των γεννητικών κυττάρων. Το υπόλοιπο 5% των όγκων, αφορά όγκους άλλης υφής, όπως το γοναδοβλάστωμα και οι όγκοι από κύτταρα του sertoli ή από κύτταρα Leydig. Εξαιρετική σημασία ως προς την αντιμετώπιση και την πρόγνωση, έχει η σταδιοποίηση της κακοήθειας, όπως για παράδειγμα αν εντοπίζεται στον όρχι ή αν υπάρχουν μεταστάσεις στους οπισθοπεριτοναϊκούς λεμφαδένες και πάνω από το διάφραγμα.


Θεραπεία:

Η πρόγνωση του καρκίνου των όρχεων, είναι πολύ καλή. Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση δίνουν ολοκληρωτική ίαση στον ασθενή. Γενικότερα η σύγχρονη ιατρική αντιμετωπίζει επιτυχώς τον καρκίνο των όρχεων, ακόμα και αν αυτός έχει εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος.

Η Θεραπευτική αντιμετώπιση αποφασίζεται ανάλογα, με τον ιστολογικό τύπο του όγκου, την ύπαρξη ή όχι μεταστάσεων και περιλαμβάνει:

  • Ριζική υψηλή Ορχεκτομή που είναι το πρώτο βήμα επί όλων των όγκων του όρχεως.
  • Λεμφαδενεκτομή (οπισθοπεριτοναϊκός λεμφαδενικός καθαρισμός).
  • Ακτινοθεραπεία (οπισθοπεροτοναϊκού χώρου).
  • Χημειοθεραπεία (σισπλατίνη, μπλεομυκίνη ).

 

Ειδικότερα η ριζική χειρουργική αφαίρεση του όρχεως, είναι μια επέμβαση που δε διαρκεί πολύ χρόνο και χωρίς ιδιαίτερες επιπλοκές, ενώ ο ασθενής την επόμενη ημέρα παίρνει εξιτήριο. Μάλιστα, για να μην επιβαρυνθεί ο ασθενής ψυχολογικά, μπορεί να τοποθετηθεί στην θέση του αφαιρουμένου όρχεως, ορχική πρόθεση με άριστο αισθητικό αποτέλεσμα. Ωφέλιμο είναι επίσης πριν την ορχεκτομή, η συλλογή σπέρματος από τον ασθενή και η κατάψυξη του, σε τράπεζα σπέρματος. Μετά την θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου, ο ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται και να υποβάλλεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε αιματολογικές εξετάσεις, ακτινογραφίες θώρακα και αξονικές τομογραφίες κοιλίας. Με την πάροδο του χρόνου η παρακολούθηση αυτή αραιώνει αλλά δεν παύει, αφού θα πρέπει να αποκλειστεί εντελώς κάθε ενδεχόμενο υποτροπής.


Πρόληψη:

Ο καρκίνος των όρχεων προλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο που προλαμβάνεται ο καρκίνος του μαστού, δηλαδή με αυτοεξέταση. Όλοι οι άνδρες ανεξαιρέτως, θα πρέπει να ψηλαφούν το όσχεο τους και να παρατηρούν τυχόν αλλαγές στο μέγεθος και το βάρος κάθε όρχεως. ​
Ειδικότερα οι νέοι ηλικίας 15-35 χρόνων, θα πρέπει να τηρούν την μηνιαία αυτοεξέταση των όρχεων τους, ώστε αν παρατηρήσουν τυχόν αλλαγές, να απευθυνθούν άμεσα στον ουρολόγο τους. Πρέπει να τονίσουμε ιδιαίτερα ότι παρόλο που ο καρκίνος των όρχεων είναι μία κακοήθη νόσος, εντούτοις είναι επιτυχώς αντιμετωπίσιμος με πολύ υψηλά ποσοστά ίασης.

Παράδειγμα αποτελεί ο πρωταθλητής της ποδηλασίας Lance Edward Armstrong, (λανσάρισε τη μόδα με τα βραχιολάκια), που νόσησε από προχωρημένο ορχικό καρκίνο, ο οποίος είχε κάνει μεταστάσεις στους πνεύμονες και τον εγκέφαλό του. Όμως θεραπεύτηκε εντελώς και μάλιστα κέρδισε επτά φορές τον ποδηλατικό γύρο της Γαλλίας.

Καρκίνος του Νεφρού

Αδενοκαρκίνωμα του νεφρού ή νεφροκυτταρικό καρκίνωμα:

Το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα είναι ο συχνότερος πρωτοπαθής κακοήθης όγκος του νεφρού σε ποσοστό 80-90% των περιπτώσεων και συνολικά αποτελεί το 2% των κακοήθων όγκων του ανθρώπου και το τρίτο κατά σειρά συχνότητας νεόπλασμα του ουροποιητικού συστήματος. Το αδενοκαρκίνωμα του νεφρού εμφανίζεται συχνότερα σε άνδρες μετά την ηλικία των 50 ετών. Η αιτιολογία του είναι άγνωστη, φαίνεται όμως ότι στην εμφάνισή του προδιαθέτουν:

  • γενετικοί παράγοντες
  • το κάπνισμα
  • η έκθεση σε χημικά όπως το κάδμιο
  • η παχυσαρκία
  • η επίκτητη κυστική νόσος των νεφρών
  • η κατάχρηση αναλγητικών
  • η υπέρταση

 

Συνήθως το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα παραμένει ασυμπτωματικό μέχρι να αποκτήσει σημαντικό μέγεθος. Στα αρχικά στάδια η διάγνωση μπορεί να γίνει μόνο τυχαία (π.χ κατά τον υπερηχογραφικό έλεγχο της κοιλίας για άλλο λόγο). Καθώς όμως ο όγκος αυξάνεται μπορεί να εμφανιστεί αιματουρία, άλγος στην οσφύ και ψηλάφητή μάζα στην κοιλιακή χώρα, απώλεια βάρους, αδυναμία, πυρετός, υπέρταση, κιρσοκήλη (από την διήθηση της νεφρικής φλέβας), πολυερυθραιμία, αναιμία και υπερασβεστιαιμία. Η χειρουργική θεραπεία προσφέρει υψηλά ποσοστά ίασης στα αρχικά στάδια της νόσου.

Καρκίνος Ουροδόχου Κύστης

Ο καρκίνος ουροδόχου κύστης ξεκινά συνήθως στα κύτταρα που βρίσκονται στο εσωτερικό μέρος της ουροδόχου κύστης. Συνήθως προσβάλει τους ηλικιωμένους ανεξάρτητα από το φύλο και στατιστικά  πάνω από τα δύο τρίτα των θανάτων από καρκίνο της ουροδόχου κύστης είναι σε άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών. Ο συνηθέστερος ιστολογικός τύπος είναι οι καρκίνοι εκ μεταβατικού επιθηλίου. Σπανιότεροι τύποι είναι το αδενοκαρκίνωμα και το πλακώδες καρκίνωμα. Όμως πολλές φορές ορισμένοι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης περιλαμβάνουν περισσότερους από ένα τύπο κυττάρων. Κατά την διάγνωση στο 75% των ασθενών ο όγκος που βρίσκεται είναι επιφανειακός.

Η σημαντικότερη εξέταση για την διάγνωση της νόσου είναι η κυστεοσκόπηση, η οποία θα αναδείξει τη βλάβη, τη θέση και το μέγεθος του προβλήματος. Άλλες εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης είναι: η βιοψία,  η κυτταρολογική εξέταση ούρων,  το υπερηχογράφημα ουροποιητικού, η  ενδοφλέβια πυελογραφία και η αξονική πυελογραφία. Η θεραπευτική προσέγγιση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης διαφέρει κατά περίπτωση και κατηγορία. Τα επιφανειακά καρκινώματα της ουροδόχου κύστης μπορούν να αφαιρεθούν διουρηθρικά. Μετά την επιφανειακή αφαίρεση τους, ακολουθεί φαρμακευτική θεραπεία. Στους διηθητικούς όγκους οι οποίοι είναι και οι πιο επικίνδυνοι, η επεμβατική θεραπεία συνίσταται στην ριζική κυστεκτομή και στην εκτροπή των ούρων.  Στην συνέχεια ακολουθείται χημειοθεραπεία και θεραπεία με ακτινοβολία.

Ο κυρίως ενοχοποιητικός παράγοντας του καρκίνου της ουροδόχου κύστης, είναι το κάπνισμα. Επίσης η  αύξηση της ηλικίας αποτελεί  παράγοντα κινδύνου. Βέβαια ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι σπάνιος σε άτομα κάτω των 40 ετών.

Συμπερασματικά:

Για την υγεία και την πρόληψη των παθήσεων της ουροδόχου κύστης, είναι εξαιρετικά ωφέλιμο να είμαστε επιμελείς  με την υγεία μας  και να “ακούμε” το σώμα μας. Επί συμπτωμάτων, θα πρέπει αμέσως να συμβουλευόμαστε τον ουρολόγο μας, ενώ η υιοθέτηση μίας υγιεινής διατροφής κρίνεται απαραίτητη. Ειδικότερα:

  • σταματάμε το κάπνισμα,

  • αποφεύγουμε την έκθεση σε τοξικές και χημικές ουσίες,

  • πίνουμε άφθονο νερό ( πάνω από 1,5 λίτρα), σε όλη την διάρκεια της μέρας και όχι μόνο με το φαγητό,

  • επιλέγουμε διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά που μειώνουν τον κίνδυνο από όλες τις μορφές καρκίνου.

 

Αιματουρία

Τα φυσιολογικά ανθρώπινα ούρα έχουν χρώμα ωχροκίτρινο, διαυγή όψη και χωρίς ίχνη αίματος. Αιματουρία καλείται η κατάσταση κατά την οποία ο ασθενής αποβάλλει ούρα που περιέχουν πάνω από 3-4 ερυθρά αιμοσφαίρια ανά οπτικό πεδίο στο μικροσκόπιο, ή περιέχουν αιμοσφαιρίνη. Η αιματουρία αποτελεί ένα γενικευμένο σύμπτωμα υποκείμενης νόσου, που μπορεί να προέρχεται από διάφορα παθολογικά αίτια.

Η αιματουρία χωρίζεται σε δύο κατηγορίες:

  • Στην μικροσκοπική αιματουρία, που τα ερυθρά αιμοσφαίρια στα ούρα είναι ορατά μόνο με το μικροσκόπιο στη γενική εξέταση ούρων.
  • Στην μακροσκοπική αιματουρία που τα ερυθρά αιμοσφαίρια στα ούρα βρίσκονται σε μεγάλη ποσότητα, με αποτέλεσμα το χρώμα των ούρων να είναι ερυθρό.

 

Παρερμηνείες:

Πολλές φορές στις γυναίκες να φαίνεται να υπάρχει αίμα στα ούρα, ενώ στην πραγματικότητα προέρχεται από τον κόλπο τους. Για τους άντρες, πολλές φορές εκλαμβάνεται λανθασμένα ως αιματουρία μια αιματηρή εκσπερμάτιση, που συνήθως οφείλεται σε πρόβλημα του προστάτη. Γεγονός είναι πάντως ότι οποιαδήποτε πάθηση του ουροποιητικού μπορεί να προκαλέσει αιματουρία, για αυτό το λόγο επιβάλλεται ο διεξοδικός έλεγχος κάθε αιματουρίας από τον ουρολόγο μας, για την έγκαιρη διερεύνηση και αντιμετώπιση των αιτιών της.

Συμπτωματολογία:

Πολλές φορές ο ασθενής με αιματουρία μπορεί να μην έχει κανένα άλλο σύμπτωμα (ανώδυνη αιματουρία). Τις περισσότερες φορές όμως, ο ασθενής αναφέρει πόνο κατά την ούρηση, συχνουρία, κάψιμο ή δυσκολία. Επίσης μπορεί να αναφέρει πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή. Ανησυχητικά συμπτώματα που μπορεί να εκδηλωθούν ταυτόχρονα με μία αιματουρία είναι ο πυρετός, η ναυτία, ο έμετος, τα ρίγη, ο πόνος στην κοιλιά, στα πλευρά ή την μέση. Επίσης αρκετές φορές η μακροσκοπική αιματουρία μπορεί να συνοδεύεται και από πήγματα αίματος (μαύρα κομματάκια σαν "συκωτάκια"). Όλα τα παραπάνω συμπτώματα πρέπει να μας οδηγήσουν άμεσα στον ουρολόγο μας για την άμεση διερεύνηση και αντιμετώπιση τους.

Αίτια:

Το αίμα στα ούρα είναι αίτιο αρκετών παθήσεων για αυτό με το σύμπτωμα αυτό ασχολούνται οι ουρολόγοι κατά κύριο λόγο και ειδικά σε ότι αφορά το αποχετευτικό σύστημα του ουροποιητικού, καθώς και οι νεφρολόγοι σε ότι αφορά τις διάφορες ενδογενείς παθήσεις των νεφρών. Ειδικότερα τα αίτια τις αιματουρίας είναι:

  • Ουρηθρίτιδα - φλεγμονή της ουρήθρας
  • Κυστίτιδα - φλεγμονή της ουροδόχου κύστης
  • Πυελονεφρίτιδα - λοίμωξη των νεφρών
  • Προστατίτιδα - λοίμωξη του προστάτη
  • Καλοήθη υπερτροφία του προστάτη
  • Λοίμωξη από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα
  • Ουρόλιθος στην ουρήθρα ή στους ουρητήρες
  • Νεφρολιθίαση
  • Πολυκυστική νόσος των νεφρών
  • Σπειραματονεφρίτιδα - συστηματική νόσος
  • Καρκίνος της ουροδόχου κύστης (επιφανειακός ή διηθητικός)
  • Καρκίνος του προστάτη
  • Καρκίνος του νεφρού
  • Νεφρική ανεπάρκεια
  • Τραυματισμός στα νεφρά από ένα ατύχημα ή αθλήματα επαφής.
  • Τραυματισμός των γεννητικών οργάνων
  • Θρόμβος αίματος στους νεφρούς
  • Φυματίωση του νεφρού ​

Άλλα αίτια αιματουρίας εκτός του ουροποιητικού συστήματος είναι:

  • H έντονη σωματική άσκηση.
  • Η μη οικογενής καλοήθης αιματουρία που προσβάλλει συνήθως τους αθλητές και ειδικά δρομείς μεγάλων αποστάσεων.
  • Διάφορες αιματολογικές παθήσεις, με διαταραχές πηκτικότητας, όπως η αιμοφιλία, η δρεπανοκυτταρική αναιμία, κ.ά.
  • Οι καρδιολογικές παθήσεις, όπως η ενδοκαρδίτιδα, η οζώδης περιαρτηρίτιδα, κ.ά.
  • Η λήψη αντιπηκτικών και αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων (όπως η βαρφαρίνη, salospir, Sintrom, Plavix, Iscover, κ.ά.).
  • Ο σακχαρώδης διαβήτης.
  • Ο χαμηλός αριθμός αιμοπεταλίων.
  • Ο αιμορραγικός πυρετός (ιογενής λοίμωξη).
  • Η λευχαιμία (καρκίνος του αίματος ή του μυελού των οστών).
  • Το κοιλιακό απόστημα.
  • Το κοιλιακό αορτικό ανεύρυσμα.
  • Η οξεία συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια.

 

Διάγνωση:

Κάθε επεισόδιο αιματουρίας θα πρέπει να αξιολογείται ξεχωριστά και πολλές φορές ο ουρολόγος για να θέσει την τελική διάγνωση, θα πρέπει να υποβάλλει τον ασθενή του σε πλέον διεξοδικό έλεγχο. Για τον διαγνωστικό έλεγχο της αιματουρίας αρχικά ο ουρολόγος θα λάβει το ιατρικό ιστορικό και θα εξετάσει κλινικά τον ασθενή, με ψηλάφηση στους νεφρούς, την κοιλιακή χώρα, με επισκόπηση του πέους, με έλεγχο της ακροποσθίας και του χαλινού, με ψηλάφηση των όρχεων, με δακτυλική εξέταση του προστάτη και στις γυναίκες μερικές φορές με δακτυλική εξέταση του κόλπου. Επειδή έχει μέγιστη σημασία για τον ιατρό να ξέρει αν η αιματουρία είναι στην αρχή ή το τέλος της ούρησης ή αν όλη η ούρηση έχει αίμα, μπορεί να ζητηθεί από τον ασθενή να ουρήσει διαδοχικά σε τρία ποτήρια. ​

Αν το αίμα είναι μόνο στο πρώτο ποτήρι, η αιματουρία χαρακτηρίζεται αρχική και οι νοσηρές καταστάσεις που μπορεί να την προκαλέσουν είναι:

  • το αδένωμα του προστάτη,
  • το καρκίνωμα του προστάτη,
  • η φλεγμονή και λιθίαση του προστάτη,
  • η ουρηθρίτιδα,
  • ο όγκος της ουρήθρας. ​

 

Αν το αίμα υπάρξει μόνο στο τελευταίο ποτήρι, τελική αιματουρία, τότε η προέλευση του είναι πιθανόν από την κύστη ενώ η ύπαρξη αίματος σε όλα τα ποτήρια, ολική αιματουρία υποδηλώνει την προέλευση του από τα νεφρά αν και η ολική αιματουρία μπορεί να έχει την προέλευση της σε οποιοδήποτε σημείο του ουροποιητικού συστήματος. Επίσης ο ουρολόγος θα υποδείξει αρχικά στον ασθενή εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις όπως:

  • γενική εξέταση και καλλιέργεια ούρων
  • υπερηχογράφημα νεφρών- κύστεως-προστάτη

 

Στην περίπτωση που οι εξετάσεις δεν βοηθήσουν στον εντοπισμό του αιτίου, τότε ο ουρολόγος θα ελέγξει ενδοσκοπικά την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα, (ουρηθροκυστεοσκόπηση και ενδεχομένως να λάβει βιοψίες), για να αποκλείσει το ενδεχόμενο όγκων. Συμπληρωματικά ο ουρολόγος μπορεί να ζητήσει περαιτέρω απεικονιστικό έλεγχο με αξονική πυελογραφία. Άλλες εξετάσεις που μπορεί να δώσει ο ουρολόγος ως προς την διερεύνηση της νόσου είναι :

  • Η ακτινογραφία νεφρών (ΝΟΚ)
  • Η κυτταρολογική εξέταση ούρων και εξέταση ερυθρών αντιθέτου φάσεως (εξέταση που μπορεί να βοηθήσει στην προέλευση των ερυθρών από την μορφολογία τους)
  • Η ενδοφλέβια πυελογραφία
  • Η αξονική τομογραφία άνω-κάτω κοιλίας και οπισθοπεριτοναϊκού χώρου.
  • Αιματολογική εξέταση για διαταραχές πηκτικότητας του αίματος, έλεγχος του αιματοκρίτη σε παρατεταμένες-παραμελημένες αιματουρίες και έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας.

 

Αν μετά τον έλεγχο του ουροποιητικού συστήματος, ανώτερου και κατωτέρου, δεν διαπιστωθεί ο λόγος της αιματουρίας, τότε ο ασθενής παραπέμπεται σε νεφρολόγο για περαιτέρω διερεύνηση που αφορά νοσήματα των νεφρών κατά την παραγωγή των ούρων.

Θεραπεία:

Η αιματουρία ως σύμπτωμα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ώστε να σταματήσει η ροή του αίματος μέσω των ούρων. Επιβάλεται όμως η επίσκεψη στον ουρολόγο μας, για να καθορίσει τις αιτίες που την προκαλούν και να προσδιορίσει την κατάλληλη θεραπεία. Αυτό σημαίνει ότι η θεραπεία που θα μας δώσει ο ουρολόγος μας για την αιματουρία, είναι εξειδικευμένη ως προς το αίτιο που την προκαλεί κάθε φορά.