Καλοήθης Υπερπλασία του Προστάτη
Τα πιο συνηθισμένα νοσήματα του προστάτη είναι η καλοήθης υπερπλασία, οι λοιμώξεις - φλεγμονές (προστατίτιδες) και ο καρκίνος. Ο προστάτης αναπτύσσεται στη διάρκεια της ζωής του άνδρα, λόγω των ανδρικών ορμονών που ονομάζονται ανδρογόνα. Μετά την ηλικία των 25 ετών, ο προστάτης εισέρχεται στη δεύτερη φάση ανάπτυξης του και καθώς ο άνδρας μπαίνει στην μέση ηλικία, ο προστάτης του αρχίζει προοδευτικά να διογκώνεται. Αυτή η διόγκωση του προστάτη την οποία οι ασθενείς εννοούν όταν λένε «έχω προστάτη», λέγεται καλοήθης υπερπλασία του προστάτη, (συντομογραφία ΚΥΠ).
Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη παρατηρείται μετά τα 40 έτη και είναι μία διαρκώς εξελισσόμενη νόσος. Στην ηλικία των 60 ετών, ήδη ένας στους 2 άνδρες έχει συμπτώματα υπερπλασίας. Η Καλοήθης Υπερπλασία του Προστάτη είναι τελείως διαφορετική οντότητα από τον καρκίνο του προστάτη. Μπορεί να αυξάνεται το μέγεθος του αδένα, αλλά δεν πρόκειται για καρκινογένεση.
Η αύξηση του μεγέθους του προστάτη συχνά συμπιέζει το τοίχωμα της ουρήθρας περιμετρικά (απόφραξη) και δημιουργεί ενδοουρηθρική και ενδοκυστική πίεση που πρέπει να ασκήσει η κύστη για να ξεκινήσει η ούρηση. Η αύξηση αυτή της ενδοκυστικής πίεσης οδηγεί αφενός σε υπερτροφία του εξωστήρα μυός της κύστης και αφετέρου σε αλλαγές της δομής του τοιχώματος της. Όλες αυτές οι διαταραχές είναι που προκαλούν στον άνδρα την πλέον ενοχλητική τριάδα συμπτωμάτων: τη συχνοουρία, την επιτακτικότητα και τη νυκτουρία.
Συμπτωματολογία
Η ΚΥΠ εκδηλώνεται με μια πολύ χαρακτηριστική συμπτωματολογία όπως η συχνή ούρηση, ιδιαίτερα τη νύχτα, η επιτακτική ούρηση, η ακράτεια, η διακεκομμένη και ασθενής ούρηση και μπορεί να εξελιχθεί μέχρι την επίσχεση των ούρων. Ωστόσο τα συμπτώματα, δεν είναι πάντα ενδεικτικά ως προς τη σοβαρότητα του προβλήματος. Υπάρχουν άνδρες με πολύ διογκωμένο προστάτη που έχουν μικρή απόφραξη και λίγα συμπτώματα, ενώ υπάρχουν άνδρες που έχουν μεγάλη απόφραξη του ουροποιητικού αλλά μικρότερη διόγκωση στον προστάτη τους. Γενικότερα ο ασθενής που πάσχει από καλοήθη υπερπλασία του προστάτη μπορεί να εμφανίσει ένα ή και περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα:
- Συχνοουρία (ανάγκη για συχνές ουρήσεις)
- Νυκτουρία (έγερση κατά τη διάρκεια της νύχτας για ούρηση)
- Αίσθημα ατελούς κένωσης της ουροδόχου κύστης
- Αδύναμη ροή των ούρων
- Δυσκολία στην έναρξη της ούρησης
- Διακοπτόμενη ούρηση
- Απώλεια σταγόνων ούρων μετά το τέλος της ούρησης
- Πλήρης αδυναμία ούρησης, η λεγόμενη επίσχεση ούρων
- Επιτακτική ούρηση (όταν ο ασθενής δεν μπορεί να αναβάλλει την ούρησή του)
- Διπλή ούρηση
- Ακράτεια ούρων
- Στυτική δυσλειτουργία
Αίτια
Όπως προαναφέραμε στην εισαγωγή μας, τα αίτια της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη είναι ηλικιακά. Βεβαίως η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, τα μεταβολικά σύνδρομα ( διαβήτης, υπερλιπιδαιμίες κλπ.) και το επιβαρυμένο κληρονομικό ιστορικό, αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες στην εμφάνιση της νόσου.
Διάγνωση
Την διάγνωση θα την δώσει ο ουρολόγος μας, με την λήψη του ιατρικού ιστορικού και την κλινική εξέταση που περιλαμβάνει τη δακτυλική εξέταση του προστάτη. Επίσης ο ουρολόγος θα συστήσει αιματολογικές και ουρολογικές εξετάσεις, όπως:
- Αιματολογικό έλεγχο με γενική αίματος, σάκχαρο, ουρία, κρεατινίνη
- Ειδικό προστατικό αντιγόνο (PSA)
- Γενική και καλλιέργεια ούρων
Πολύ σημαντικές εξετάσεις ως προς την διάγνωση του προβλήματος είναι:
- το υπερηχογράφημα ουροποιητικού
- η μέτρηση και καταγραφή της ροής των ούρων με ουροροομετρία
Θεραπεία
Στην καλοήθη υπερπλασία του προστάτη ο ουρολόγος θα επιλέξει την κατάλληλη και αποτελεσματικότερη θεραπεία για την κάθε περίπτωση. Η επιδίωξη και ο σκοπός του ουρολόγου είναι η ανακούφιση του ασθενούς από την ταλαιπωρία που δημιουργούν όλα τα παραπάνω συμπτώματα. Ανάλογα λοιπόν με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων και τα ευρήματα του κλινικού και διαγνωστικού ελέγχου, ο ουρολόγος θα επιλέξει για τον ασθενή του μία από τις παρακάτω θεραπευτικές λύσεις:
- Αναμονή και παρακολούθηση
- Φαρμακευτική θεραπεία
- Μη επεμβατικές μεθόδους
- Χειρουργική Αντιμετώπιση
Αναμονή και παρακολούθηση
Για τους άνδρες με ελάχιστα ενοχλητικά συμπτώματα, συστήνεται η αναμονή και η διαρκής παρακολούθηση τους, από τον ουρολόγο για την επανεκτίμηση της κατάστασης τους. Στο διάστημα αυτό οι ασθενείς θα πρέπει να μειώσουν την πρόσληψη υγρών πριν τον ύπνο, να περιορίσουν την κατανάλωση αλκοόλ και καφεΐνης και να ακολουθούν χρονοδιαγράμματα ούρησης. Επίσης μπορούν να ακολουθήσουν φυτοθεραπεία με εκχυλίσματα φυτών: Saw palmetto, Pygeum Africanicum, South African Star grass κ.α.
Φαρμακευτική θεραπεία
Τα δύο κύρια φάρμακα για τη διαχείριση της ΚΥΠ είναι οι άλφα αποκλειστές και οι αναστολείς 5α-αναγωγάσης. Οι άλφα αποκλειστές (των α1-αδρενεργικών υποδοχέων) αποτελούν την πλέον κοινή επιλογή για αρχική θεραπεία. Οι α-αναστολείς που χρησιμοποιούνται για την ΚΥΠ περιλαμβάνουν την αλφουζοσίνη, ταμσουλοσίνη, και σιλοδοσίνη. Και οι τρεις είναι εξίσου αποτελεσματικοί, αλλά έχουν ελαφρώς διαφορετικά προφίλ παρενεργειών. Οι α-αποκλειστές χαλαρώνουν τους λείους μύες του προστάτη και τον αυχένα της ουροδόχου κύστης, μειώνοντας έτσι την απόφραξη της ροής των ούρων. Ο αναστολέας 5α-ρεδουκτάσης φιναστερίδη και dutasteride είναι άλλη μία επιλογή θεραπείας. Αυτά τα φάρμακα αναστέλλουν την 5α-αναγωγάση, η οποία με τη σειρά της αναστέλλει την παραγωγή της DHT, μιας ορμόνης που είναι υπεύθυνη για τη διεύρυνση του προστάτη. Η δράση του φαρμάκου αυτού και τα αποτελέσματα του, εμφανίζονται μετά την χορήγηση άνω των 6 μηνών. Χρησιμοποιούνται περισσότερο σε διογκωμένους προστάτες όγκου άνω των 50cc και ιδιαίτερα σε πιο ηλικιωμένα άτομα διότι μπορεί να επηρεάσουν την σεξουαλική επιθυμία ( libido). Όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλφα αποκλειστές, παρατηρείται μείωση των πιθανοτήτων της οξείας επίσχεσης ούρων. Άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις περιλαμβάνουν φάρμακα όπως: Τα αντιχολινεργικά, όπως η τολτεροδίνη, η σολιφενακίνη και η μιραβεγρόνη μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με άλφα αποκλειστές και δρουν μειώνοντας τις επιδράσεις της ακετυλοχολίνης επί των λείων μυών της κύστης, βοηθώντας έτσι τον έλεγχο των συμπτωμάτων της υπερδραστήριας ουροδόχου κύστης. Τελευταία η ταδαλαφίλη έχει εγκριθεί για τη θεραπεία των συμπτωμάτων της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη ΚΥΠ, ταυτόχρονα με τη στυτική δυσλειτουργία.
Μη επεμβατικές μέθοδοι
Η διουρηθρική θερμοθεραπεία με μικροκύματα - transurethral microwave thermotherapy (TUMT) και η διουρηθρική θερμοπηξία με βελόνα - transurethral needle ablation (TUNA). Και οι δύο αυτές διαδικασίες βασίζονται στην παροχή αρκετής ενέργειας για να δημιουργήσουν επαρκή θερμότητα και να προκαλέσουν κυτταρικό θάνατο (νέκρωση) στον προστάτη. Ο στόχος των θεραπειών είναι να προκαλέσουν νέκρωση, ώστε ο νεκρός ιστός να επαναπορροφηθεί από τον οργανισμό και ο προστάτης να συρρικνωθεί, ανακουφίζοντας την απόφραξη της ουρήθρας.
Χειρουργική Αντιμετώπιση
Η ανάγκη χειρουργικής επέμβασης σε ΚΥΠ αυξάνεται με την ηλικία και το βαθμό των βασικών κλινικών συμπτωμάτων. Οι επεμβάσεις εκτελούνται με διουρηθρική και με ανοικτή προσέγγιση. Μέθοδος TURis - πλάσμα-εξάχνωση - (TransUrethal Resection in saline - TURis) ή Διουρηθρική Εκτομή μέσα σε φυσιολογικό ορό. Η μέθοδος TURis αποτελεί τη νεότερη εξέλιξη της διουρηθρικής προστατεκτομής.
Διουρηθρική Προστατεκτομή - TURP
Είναι η πιο κοινή και καλύτερα αποδεδειγμένη χειρουργική αντιμετώπιση της ΚΥΠ. Η TURP συστήνεται σε περιπτώσεις ανδρών µε προστάτη όγκου έως 90-100 gr και εκτελείται με την εισαγωγή ενός ενδοσκοπίου μέσου του πέους που διενεργεί εκτομή και τεμαχισμό της καλοήθους προστατικής υπερπλασίας μέσω της ουρήθρας, µε τη χρήση μονοπολικής διαθερμίας. Μέχρι σήμερα, η συγκεκριμένη µμέθοδος παραμένει κυρίαρχη σε όλο τον κόσμο, στατιστικώς µε υψηλά αποτελέσματα στη μείωση της νοσηρότητας, στην ελάττωση των σοβαρών συμπτωμάτων και την εξασφάλιση καλής ποιότητας ζωής.
Διουρηθρική διατομή του προστάτη TUIP
Η επέμβαση αυτή είναι παρόμοια με την TURP, αλλά συνήθως εκτελείται σε άνδρες με μικρότερο προστάτη. Όπως και στην TURP, εισάγεται ένα ενδοσκόπιο μέσω του πέους μέχρι τον προστάτη. Στη συνέχεια, αντί για αφαίρεση του προστάτη, γίνεται μια μικρή τομή στον προστατικό ιστό για να αυξηθεί το άνοιγμα της ουρήθρας και της εξόδου της κύστης. Χρησιμοποιείται γενική αναισθησία ή ραχιαία, διαρκεί περίπου 1 ώρα και δεν απαιτεί την παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο.
Ανοικτή προστατεκτομή δια της Υπερηβικής οδούς ή Οπισθοηβικής οδούς ή Περινεϊκής οδούς
Σήμερα η ανοικτή προστατεκτομή συνιστάται µόνο για πολύ διογκωμένους προστάτες που ο όγκος τους ξεπερνά τα 120gr. Εκτελείται συνήθως χρησιμοποιώντας γενική ή σπονδυλική αναισθησία. Κατά την επέμβαση αφαιρείται μόνο το εσωτερικό τμήμα του προστάτη. Το εξωτερικό τμήμα παραμένει. Πρόκειται για μια μακρά επέμβαση, που συνήθως απαιτεί παραμονή στο νοσοκομείο για 5 με 10 ημέρες.
Υποτροπή της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη αν μείνει χωρίς θεραπεία
Η υπερπλασία του προστάτη δεν απειλεί άμεσα τη ζωή, μπορεί όμως να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα με την πάροδο του χρόνου αν αφεθεί χωρίς θεραπεία. Οι κυριότερες επιπλοκές που μπορεί να δώσει είναι:
- Οξεία επίσχεση των ούρων
- Ουρολοιμώξεις
- Βλάβες και λιθίαση της ουροδόχου κύστης
- Υδρονέφρωση και βλάβες των νεφρών
Πρόληψη
Όπως προαναφέραμε στα αίτια, η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή, τα μεταβολικά σύνδρομα, η κληρονομικότητα και οι διατροφικές συνήθειες, παίζουν ρόλο στην εμφάνιση της ΚΥΠ. Ως μέτρο πρόληψης ο κάθε άνδρας οφείλει μετά την ηλικία των 45 ετών να επισκέπτεται τον ουρολόγο του μια φορά το χρόνο για την πρόληψη των παθήσεων στον προστάτη του, είτε είναι καλοήθη υπερπλασία είτε είναι καρκίνος. Ο ασθενής με διαγνωσμένη υπερτροφία του προστάτη, θα πρέπει να υποβάλλεται σε τακτικό περιοδικό έλεγχο ανά 6μηνο, με εξετάσεις που περιλαμβάνουν, υπερηχογράφημα και ουροομετρία. Γενικότερα οι άνδρες μετά τα 40 έτη τους, θα πρέπει να παρακολουθούν το PSA ανά χρονικά διαστήματα που θα ορίσει ο θεράπων ουρολόγος τους.
Πλάσμα Εξάχνωση TURis
Η μέθοδος TURIS (πλάσμα-εξάχνωση TURis) είναι η νεότερη εξέλιξη της παλιότερης μονοπολικής διουρηθρικής προστατεκτομής. H τεχνική πήρε το όνομα της από το ακρωνύμιο (TransUrethal Resection in saline – TURis). Δηλαδή σημαίνει Διουρηθρική Εκτομή μέσα σε φυσιολογικό ορό. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται ευρέως το σύστημα TURis, το οποίο φέρει διπολική διαθερμία προσφέροντας καλύτερη διατομή του προστατικού αδενώματος, καλύτερη αιμόσταση και δυνατότητα αφαίρεσης μεγαλύτερου όγκου προστάτη αφού δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός ολοκλήρωσης της επέμβασης.
Η επέμβαση γίνεται συνήθως με ραχιαία αναισθησία ή σε μερικές περιπτώσεις με γενική. Μετά την αναισθησία ο ουρολόγος εισάγει από την ουρήθρα ένα ειδικό ενδοσκοπικό εργαλείο το ρεζεκτοσκόπιο, το οποίο φτάνει μέχρι την περιοχή του προστάτη και της ουροδόχου κύστης. Το ειδικό αυτό ενδοσκόπιο φέρει κάμερα με την οποία ο ουρολόγος βλέπει σε ειδική οθόνη το εσωτερικό του προστάτη. Μέσω του ενδοσκοπίου αυτού, με τη βοήθεια μιας ηλεκτρικής αγκύλης, το εσωτερικό του προστάτη κόβεται σε πολλά μικρά κομμάτια. Η αγκύλη χρησιμοποιεί υψηλής συχνότητας διπολικό ηλεκτρικό ρεύμα για να κόψει και να καυτηριάσει τους ιστούς. Τα κομμάτια των ιστών στο τέλος της επέμβασης αφαιρούνται από το εσωτερικό της ουρήθρας και της κύστης και αποστέλλονται για ιστολογική εξέταση (βιοψία). Ο ασθενής παραμένει στην κλινική με καθετήρα συνήθως 24 ώρες. Στη συνέχεια αφαιρείται ο καθετήρας και αφού ουρήσει μπορεί να μεταβεί στο σπίτι του. Τις πρώτες μέρες η ούρηση είναι συχνή και συνοδεύεται από λίγο πόνο. Επίσης συνήθως υπάρχει λίγο αίμα στα ούρα. Τα συμπτώματα βελτιώνονται σταδιακά. Η διεθνώς αναγνωρισμένη πλάσμα-εξάχνωση TURis, είναι μία μέθοδος αναίμακτη, ελάχιστα επεμβατική και προσφέρει οριστική λύση με ελαχιστοποίηση του χρόνου παραμονής στην κλινική και ταχεία ανάρρωση.
Πλεονεκτήματα της μεθόδου TURis:
H πλάσμα-εξάχνωση (TURis) του προστάτη έχει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα:
- λιγότερες αιμορραγίες
- μειωμένος χειρουργικός χρόνος
- δυνατότητα επέμβασης και σε ασθενείς υψηλού κινδύνου που λαμβάνουν αντιπηκτικά φάρμακα
- καμία παρεμβολή με βηματοδότες λόγω του διπολικού ρεύματος
- απουσία του επικίνδυνου συνδρόμου απορρόφησης με δηλητηρίαση από νερό
- δυνατότητα αντιμετώπισης ασθενών με πολύ μεγάλους προστάτες
- ταχύτερη αφαίρεση του καθετήρα, ήδη από την επόμενη κιόλας ημέρα
- γρηγορότερη ανάρρωση και ταχύτερη έξοδος από την κλινική
- ταχύτερη επάνοδο στις καθημερινές δραστηριότητες
TURis Plasma Button
Η εξέλιξη της μεθόδου TURis, οδήγησε στην ανάπτυξη ενός ειδικού ηλεκτροδίου που εξαχνώνει τον ιστό.
Ηλεκτρο-Εξάχνωση ή εξάχνωση TURis Plasma Button.
Η εξέλιξη αυτή είναι η χρήση ενός ειδικού ηλεκτροδίου που μοιάζει με οβάλ κουμπί (TURis Plasma Oval Button) και με το οποίο είναι δυνατή η αφαίρεση προστατικού ιστού μέσω εξάχνωσης. Ο συνδυασμός αυτής της νέας μεθόδου με τη διπολική εκτομή (TURis) προσφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα με μηδαμινή διεγχειρητική απώλεια αίματος και με μια ομαλή επιφάνεια της προστατικής κοίτης στο τέλος της επέμβασης.
Ασθενείς υπό αντιπηκτική αγωγή.
Η plasma εξάχνωση του προστάτη είναι η επέμβαση εκλογής ιδιαίτερα σε ασθενείς με αποφρακτική συμπτωματολογία που βρίσκονται όμως υπό αντιπηκτική αγωγή. Με την επεμβατική μέθοδο TURis, έχει αποδειχθεί ότι λόγω της μικρής διάρκειας νοσηλείας αυτών των ασθενών και της γρήγορης επαναδραστηριοποίησης τους, μειώνονται τα ποσοστά των θρομβοεμβολικών επιπλοκών. Η επεμβατική μέθοδος TURis, δεν δημιουργεί στυτική δυσλειτουργία όπως συμβαίνει με τη ριζική προστατεκτομή, που γίνεται για καρκίνο του προστάτη. Αντίθετα οι ασθενείς, λόγω της βελτίωσης της ποιότητας ζωής τους χάρη στην βελτίωση της ούρησης, αναφέρουν βελτίωση και της στυτικής τους ικανότητας.
Λιθίαση Ουροποιητικού
Τα ούρα, περιέχουν υπό φυσιολογικές συνθήκες άχρηστες ουσίες και άλατα που αποβάλλονται από τον οργανισμό μέσω του αποχετευτικού συστήματος. Τα άλατα αυτά είναι σε διαλυμένη μορφή και έτσι αποβάλλονται με τα ούρα χωρίς πρόβλημα. Υπό ορισμένες συνθήκες, πολλές φορές αυτά τα άλατα σχηματίζουν κρυστάλλους που ενώνονται μεταξύ τους και δημιουργούν είτε μικρούς λεπτούς κόκκους ψαμμιασικών κρυστάλλων, είτε μεγαλύτερους ουρόλιθους. Η ουρολιθίαση αποτελεί την τρίτη κατά σειρά συχνότητας ουρολογική πάθηση στον άνθρωπο μετά τις ουρολοιμώξεις και τις παθήσεις του προστάτη. Εμφανίζεται σε άτομα κάθε ηλικίας και φύλου με μικρή προτίμηση στους άνδρες κατ΄ αναλογία 2,5/1. Η ουρολιθίαση είναι μία πάθηση γνωστή από τους αρχαίους χρόνους και υπάρχουν αναφορές γι΄αυτήν από τον Ιπποκράτη το 400 πΧ. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ευνοούν στο σχηματισμό ουρολίθων εντός του ουροποιητικού συστήματος. Ανάλογα λοιπόν με την εντόπιση του ή των ουρόλιθων, ο γενικός όρος ουρολιθίαση διακρίνεται σε επιμέρους:
- λιθίαση των νεφρών (νεφρολιθίαση)
- λιθίαση των ουρητήρων (των σωλήνων που μεταφέρουν τα ούρα από τα νεφρά στην ουροδόχο κύστη)
- λιθίαση της ουροδόχου κύστης
- λιθίαση της ουρήθρας (του σωλήνα που βγάζει τα ούρα από την κύστη προς τα έξω)
- Όπως προαναφέραμε, τα άλατα που βρίσκονται στα ούρα, σχηματίζουν κρυστάλλους που ενώνονται μεταξύ τους δημιουργώντας τους ουρόλιθους. Ανάλογα με τη χημική τους σύσταση, οι ουρόλιθοι αυτοί διακρίνονται στα παρακάτω είδη:
- Λίθοι οξαλικού ασβεστίου 30%-35%
- Λίθοι φωσφορικού ασβεστίου 5%-10%
- Μικτοί λίθοι (οξαλικού και φωσφορικού Ca) 35%-40%
- Λίθοι εναμμώνιου φωσφ. μαγνησίου (φλεγμονώδεις) 10%-15%
- Λίθοι ουρικού οξέως 8%-10%
- Λίθοι κυστίνης 2%-3%
Συμπτωματολογία:
Γενικότερα η λιθίαση του ουροποιητικού εμφανίζεται κλινικά σαν οξύς πόνος, ο γνωστός κολικός, που αποτελεί τον ισχυρότερο πόνο που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος. Γυναίκες που έχουν βιώσει κολικό και έχουν γεννήσει φυσιολογικά, ισχυρίζονται ότι ο πόνος του κολικού είναι πολύ ισχυρότερος από τον πόνο του τοκετού. Στην διάρκεια κολικού, ο ασθενής κινείται χαρακτηριστικά συνεχώς μη μπορώντας να βρει ανακούφιση σε καμία θέση. Γενικά ο ασθενής που πάσχει από ουρολιθίαση, μπορεί να εμφανίσει τα ακόλουθα συμπτώματα:
- Πόνο στην οσφυϊκή χώρα με αντανάκλαση στο πλάγιο κοιλιακό τοίχωμα και στα έξω γεννητικά όργανα
- Πόνο στην πλάτη και στα πλάγια της κοιλιάς που επεκτείνεται μπροστά και χαμηλά στις βουβωνικές χώρες και τα γεννητικά όργανα και έρχεται κατά κύματα
- Μη φυσιολογικό χρώμα των ούρων ή και αιματουρία
- Δύσοσμα ούρα
- Πυρετός με ή χωρίς ρίγος
- Ναυτία με ή χωρίς έμετο
- Τσούξιμο στην ούρηση
Δεν είναι όμως σπάνιο μία ουρολιθίαση να ανακαλυφτεί τυχαία στα πλαίσια απεικονιστικού ελέγχου για αιματουρία ή για κάποια άλλη πάθηση, χωρίς να έχει δώσει πρότερα συμπτώματα στον ασθενή. Επίσης πολλοί ουρόλιθοι περνούν απαρατήρητοι και απομακρύνονται με την ούρηση χωρίς να προκαλούν έντονη συμπτωματολογία, παρά μόνο ελαφρύ τσούξιμο.
Αίτια:
Επειδή κάθε ανθρώπινος οργανισμός είναι διαφορετικός, υπάρχουν ποικίλοι παράγοντες, που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρόλιθων. Τέτοιοι παράγοντες είναι:
- Η παχυσαρκία, αφού το αυξημένο σωματικό βάρος προδιαθέτει στον σχηματισμό λίθων
- Η μη επαρκής πρόσληψη υγρών, αφού η κατανάλωση μικρής ποσότητας υγρών, ιδιαίτερα αν είναι λιγότερη από 1,5 λίτρο ημερησίως, αυξάνει την πιθανότητα σχηματισμού λίθων. Ακόμη, η σκληρότητα του νερού της περιοχής σχετίζεται με αυξημένα ποσοστά λίθων
- Το επάγγελμα. Τα άτομα που δουλεύουν σε επαγγέλματα πνευματικής και καθιστικής εργασίας έχουν μεγαλύτερα ποσοστά εμφάνισης λίθων σε σχέση με άτομα που κάνουν χειρωνακτική εργασία
- Οι κλιματολογικές συνθήκες, αφού οι άνθρωποι που κατοικούν σε θερμά κλίματα έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν λίθους
- Ορισμένες φαρμακευτικές αγωγές και συγκεκριμένα τα αντιυπερτασικά φάρμακα, η λήψη αντιόξινων φαρμάκων, καθώς και θεραπείες σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς
- Διατροφικοί παράγοντες, όπως η κατανάλωση τροφών πλούσιες σε βιταμίνη D, η αυξημένη κατανάλωση αλατιού, η κατανάλωση αυξημένης ποσότητας ζωικού λευκώματος και ζωικού λίπους, η αυξημένη κατανάλωση γαλακτοκομικών
- Η κληρονομική προδιάθεση όπως το οικογενειακό ιστορικό με πέτρες στους νεφρούς
- Η κληρονομική προδιάθεση κυστινουρίας, που είναι μίαδιαταραχή που χαρακτηρίζεται από περίσσεια κυστίνης στα ούρα
- Οι ουρολοιμώξεις από βακτήρια (όπως ο Πρωτέας, η ψευδομονάδα, η κλεψιέλα κ.α.), που διασπούν την ουρία και δημιουργούν κατάλληλες συνθήκες καθιζήσεως και σχηματισμού λίθων από εναμμώνιο φωσφορικό μαγνήσιο (φλεγμονώδεις λίθοι)
- Οι χρόνιες προστατίτιδες
- Τα κυστικά εκκολπώματα
- Η νευρογενή κύστη
- Διάφορες παθολογικές καταστάσεις όπου παρατηρείται αυξημένη αποβολή ασβεστίου στα ούρα (υπερασβεστιουρία), όπως: η παρατεταμένη ακινητοποίηση (μετά από τροχαία ατυχήματα ή κατάγματα), ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός, οι παθήσεις των οστών όπως η νόσος Paget, μεταστατικοί όγκοι και το πολλαπλό μυέλωμα
- Η γονιδιακή λιθογενετική προδιάθεση, που μπορεί να έχει ο ασθενής με επίκτητη έλλειψη αναστολέων της κρυσταλλώσεως των ούρων
Διάγνωση:
Επί επεισοδίου κολικού, το βασικό ζητούμενο για τον ουρολόγο είναι να αποκλείσει άλλες παθήσεις που μπορούν να μιμούνται τον κολικό, όπως η οξεία σκωληκοειδίτιδα, η ουρολοίμωξη, η προστατίτιδα, ο ειλεός, το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής, η εκκολπωματίτιδα κ.α. Γενικότερα η διάγνωση της ουρολιθίασης ορίζεται από τον ουρολόγο, βάσει του ιστορικού, της κλινικής εξέτασης και τον εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο. Το ιστορικό και η κλινική εξέταση θέτουν την υποψία λιθίασης στον ουρολόγο ενώ οι διαγνωστικές εξετάσεις επιβεβαιώνουν τη διάγνωση ως προς τις δομές και την αιτιολογία των ουρόλιθων. Οι συνήθεις απεικονιστικές εξετάσεις που γίνονται για τη διάγνωση της λιθίασης είναι:
- Η απλή ακτινογραφία νεφρών, ουρητήρων και κύστης (ΝΟΚ), που ανιχνεύει περίπου το 80-90% των λίθων. Υπάρχουν όμως λίθοι, όπως του ουρικού οξέος, που δεν φαίνονται στην ακτινογραφία γιατί είναι ακτινοδιαπερατοί λίθοι και γι’ αυτό ο διαγνωστικός έλεγχος πρέπει να συνεχίζεται
- Το υπερηχογράφημα νεφρών – κύστεως που δίνει πληροφορίες για την ύπαρξη απόφραξης (υδρονέφρωση) και μπορεί να ανιχνεύσει λίθους που βρίσκονται μέσα στο νεφρό ή στην κύστη. Δεν απεικονίζει όμως τους μικρούς λίθους του νεφρού ή λίθους του ουρητήρα
- Η αξονική τομογραφία χωρίς σκιαγραφικό, που αποτελεί, σήμερα, την εξέταση εκλογής για τη διερεύνηση της λιθίασης, καθώς υπερέχει διαγνωστικά από την ενδοφλέβια ουρογραφία, και παρέχει μια λεπτομερή απεικόνιση του ουροποιητικού συστήματος. Ειδικότερα η spiral αξονική ανακαλύπτει κάθε είδους λίθο και όγκο ακόμη και αυτούς που λόγω σύστασης δεν φαίνονται στην απλή ακτινογραφία
- Η ενδοφλέβια ουρογραφία ή πυελογραφία που αναδεικνύει την ακριβή θέση των λίθων, καθώς και την ύπαρξη τυχόν ανατομικών ανωμαλιών που προδιαθέτουν στη δημιουργία λίθων. Επιτρέπει, επίσης, την εκτίμηση της νεφρικής λειτουργίας
Θεραπεία:
Η ουρολιθίαση είναι μία νόσος που βασανίζει εκατομμύρια ασθενείς σε όλο τον κόσμο προκαλώντας αφόρητους πόνους και συχνούς κολικούς.
Ωστόσο, νέες ιατρικές μέθοδοι αντιμετωπίζουν τη νόσο με επιτυχία, βελτιώνοντας κατά πολύ την ζωή των ασθενών. Η θεραπεία της ουρολιθίασης, αναλόγως με την βαρύτητα και το είδος της λιθίασης, μπορεί να είναι:
- Συντηρητική-φαρμακευτική
- Εξωσωματική λιθοτριψία
- Ενδοσκοπική λιθοτριψία
- Διαδερμική Νεφρολιθοτριψία
- Ανοικτή Χειρουργική επέμβαση
Αναλυτικά:
- Στη συντηρητική αγωγή περιλαμβάνονται φάρμακα για την αλκαλοποίηση των ούρων, διουρητικά και φάρμακα για τη χαλάρωση των μυϊκών ινών του ουρητήρα.
- Στην εξωσωματική λιθοτριψία αντιμετωπίζονται λίθοι μέχρι περίπου 2 εκατοστά μέσα στο νεφρό ή λίθοι στον ουρητήρα. Πραγματοποιείται η θραύση του λίθου με κρουστικά κύματα και είναι πολύ καλά ανεκτή από τον ασθενή, ενώ η αποτελεσματικότητά της εξαρταται από τη σύσταση και τη θέση του λίθου. Για τους πιο μεγάλους και σκληρούς λίθους μπορεί να χρειαστούν περισσότερες συνεδρίες λιθοτριψίας. Επίσης αν ο λίθος είναι πάνω από 1 εκατοστό, τότε ο ουρολόγος μπορει να τοποθετήσει στον ουρητήρα stent ( pig-tail ), το οποίο εξασφαλίζει την βατότητα του ουρητήρα και προφυλάσσει από κολικούς ή άλλες επιπλοκές όταν τα συγκρίμματα από τον σπασμένο ουρόλιθο θα αποβάλλονται κατά μήκος του ουρητήρα προς την ουροδόχο κύστη. H εξωσωματική λιθοτριψία συνήθως πραγματοποιείται με μέθη, ώστε ο ασθενής να μην πονάει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και δεν απαιτεί νοσηλεία.
- Στην ουρητηροσκόπηση – ενδοσκοπική λιθοτριψία, εισάγεται το ουρητηροσκόπιο μέσω της ουρήθρας και της κύστης και εισέρχεται στον ουρητήρα μέχρι τον λίθο. Στο σημείο αυτό ο Laser λιθοθρύπτης κατακερματίζει τον λίθο, σε μικρά θραύσματα, ακόμα και με μία συνεδρία. Η ενδοσκοπική λιθοτριψία, είναι ιδανική για ουρόλιθους άνω των 2 εκατ., όσο ψηλά και αν βρίσκονται στην αποχετευτική μοίρα, ακόμα και μέσα στις νεφρικές κοιλότητες.
- Με την διαδερμική νεφρολιθοτριψία αντιμετωπίζονται οι λίθοι στους νεφρούς και οι λίθοι που δεν σπάνε με την εξωσωματική λιθοθρυψία. Μέσω μιας οπής που γίνεται από το δέρμα μέχρι το νεφρό, εισάγεται το νεφροσκόπιο όπου και ανευρίσκεται ο λίθος. Στο σημείο αυτό ο λίθος κατακερματίζεται με χρήση laser, βαλλιστικού, ηλεκτρουδραυλικού ή υπερηχητικού λιθοτρίπτη και όλα τα μικρά θραύσματα αφαιρούνται. Η διαδερμική λιθοτριψία είναι μέθοδος με υψηλά ποσοστά επιτυχίας και έχει ένδειξη κυρίως για τους λίθους που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με την εξωσωματική λιθοτριψία. Τέτοιες περιπτώσεις είναι οι λίθοι μεγαλύτεροι από 2,5 εκατ., οι κοραλλιογενείς λίθοι και οι σκληροί λίθοι που είναι ιδιαίτερα ανθεκτικοί στην εξωσωματική λιθοτριψία. Η διαδερμική λιθοτριψία απαιτεί παραμονή στο νοσοκομείο. Οι πλειοψηφία των ασθενών νοσηλεύονται για 2 με 3 ημέρες και μπορούν να επιστρέψουν στην εργασία τους μετά από μία έως δύο εβδομάδες.
- Η ανοικτή χειρουργική επέμβαση έχει περιοριστεί στη σημερινή εποχή μας, αφού το οπλοστάσιο του ουρολόγου έχει εμπλουτιστεί με αποτελεσματικές και λιγότερο επεμβατικές μεθόδους.
Πρόληψη:
Ειδικά για τους ασθενείς οι οποίοι είναι προδιαθεσικοί στο σχηματισμό ουρόλιθων, επιβάλλεται ειδική διατροφή, ανάλογη με τον τύπο των λίθων ή των κρυστάλλων που σχηματίζονται στο ουροποιητικό τους. Οι γενικές κατευθυντήριες οδηγίες για την διατροφική πρόληψη της ουρολιθίασης περιλαμβάνουν:
- Μεγάλη κατανάλωση νερού, σε ποσότητα τουλάχιστον 12 ποτηριών υγρών ημερησίως αφού σύμφωνα με έρευνες έχει βρεθεί ότι τα άτομα που πίνουν περισσότερα από 3 λίτρα υγρών την ημέρα έχουν περίπου 30% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν πέτρες στα νεφρά.
- Συχνή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών που μπορεί να δράσει προληπτικά, καθώς ορισμένα συστατικά τους, όπως είναι για παράδειγμα το κάλιο, εμποδίζουν το σχηματισμό κρυστάλλων ασβεστίου και ουρικού οξέος.
- Περιορισμός της κατανάλωση ζωικής πρωτεΐνης και ιδιαίτερα του κρέατος, των πουλερικών και των ψαριών. Μεγαλύτερη κατανάλωση κρέατος αυξάνει το ασβέστιο, τα οξαλικά και το ουρικό οξύ, τα οποία προκαλούν το σχηματισμό λίθων.
- Περιορισμός του αλατιού και των τροφών που είναι πλούσιες σε νάτριο, όπως: αλλαντικά, σάλτσες, τουρσιά, παστά, κονσέρβες, σούπες, λουκάνικα, τυριά, κρέας, ελιές, πατατάκια, αλλά και όλα τα τυποποιημένα προϊόντα.
Ειδικότερα και αναλόγως την σύσταση του ουρόλίθου στους ασθενείς που πάσχουν από ουρολιθιάσεις, συμβουλεύουμε:
- Στους ουρόλιθους οξαλικού και φωσφορικού ασβεστίου να αποφεύγεται η υπερβολική κατανάλωση γαλακτοκομικών, παντζαριών, σοκολάτας, ξηρών καρπών, σπανάκι και τσάι.
- Στους ουρόλιθους ουρικού οξέος να αποφεύγεται η μεγάλη κατανάλωση κρέατος, ψαρικών, πουλερικών, αβγών και γαλακτοκομικών. Να αποφεύγεται η κατανάλωση τροφών που είναι υψηλές σε πουρίνες όπως το κόκκινο κρέας, ο ζωμός κρέατος (κύβοι Knorr, Maggi κτλ.), το συκώτι, οι νεφροί, τα γλυκάδια, η χήνα, το κυνήγι, η πέρδικα, η μαγιά, τα λιπαρά ψάρια όπως οι σαρδέλες, η ρέγκα, οι αντσούγιες, το αυγοτάραχο, τα χτένια, τα μύδια το σκουμπρί, τα σπαράγγια, το κουνουπίδι, τα μανιτάρια, το σπανάκι και τα φασόλια, το αλκοόλ και ιδιαίτερα η μπύρα.
- Στους ουρόλιθους από κυστίνη να αποφεύγεται η μεγάλη κατανάλωση κρέατος, πουλερικών, αβγών, ψαριών, γαλακτοκομικών, παστών, καπνιστών και τυποποιημένων τροφίμων, της καφεΐνης και της τεΐνης από αναψυκτικά, καφέδες και τσάι.
Οι Παθήσεις των Νεφρών
Τα νεφρά είναι από τα σημαντικότερα όργανα του οργανισμού μας αφού αποτελούν τις μηχανές καθαρισμού του αίματος, απομακρύνοντας μέσω της ούρησης τα προϊόντα των αποβλήτων και την περίσσεια υγρών από το σώμα. Τα νεφρά ρυθμίζουν το αλάτι, τους ηλεκτρολύτες, τα υγρά του σώματος, καθώς επίσης παράγουν ορμόνες που επηρεάζουν τη λειτουργία άλλων οργάνων, συμβάλλοντας στην διατήρηση της ομοιόστασης και της καλής υγείας του οργανισμού.
Αν τα νεφρά υποστούν κάποια βλάβη που προκαλέσει δυσκολία ή αδυναμία στην λειτουργία τους, τότε δημιουργούνται σοβαρές επιπλοκές στον οργανισμό με απειλητικά για την ζωή αποτελέσματα. Στην σημερινή εποχή μας, οι χρόνιες παθήσεις των νεφρών παρουσιάζουν σημαντική αύξηση. Περίπου το 11% του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες, παρουσιάζει κάποιο βαθμό νεφρικής δυσλειτουργίας. Δυστυχώς αρκετοί συνάνθρωποι μας άνω των 50 ετών, παρουσιάζουν μεγάλα ποσοστά μέσης ή βαριάς νεφρικής ανεπάρκειας που πολλές φορές δεν το γνωρίζουν. Αυτό συμβαίνει γιατί οι παθήσεις των νεφρών πολλές φορές δεν δίνουν συμπτώματα, αλλά ακόμα και αν δώσουν συμπτώματα (συνήθως στα ούρα), αυτά περνούν απαρατήρητα.
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε το οξύμωρο του θέματος που συμβαίνει μεταξύ πρόληψης – διάγνωσης. Παρόλο που στις μέρες μας η ουρολογική ιατρική έχει εξελιχθεί σε υπέρτατο βαθμό, εντούτοις οι ετήσιοι προληπτικοί έλεγχοι υγείας ( check up ), δεν περιλαμβάνουν εξετάσεις για την αξιολόγηση της νεφρικής λειτουργίας. Αυτό το γεγονός αποτελεί κάκιστη πρακτική ή συνήθεια, αφού η νεφρική λειτουργία είναι μείζονος σημασίας. Για παράδειγμα οι όγκοι των νεφρών (3% των κακοήθων όγκων) ανακαλύπτονται τυχαία, από υπερηχογράφημα που γίνεται για άλλο λόγο, ενώ θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν διαγνωστεί νωρίτερα στο ετήσιο check up.
Θεωρούμε λοιπόν ότι πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία τόσο των ασθενών όσο και των ιατρών στο θέμα της πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσης των νεφρικών παθήσεων. Ας δούμε λοιπόν αναλυτικά τις παθήσεις των νεφρών και τις δυσλειτουργίες τους:
Πυελονεφρίτιδα:
Η πυελονεφρίτιδα αποτελεί μία βακτηριακή λοίμωξη του νεφρικού παρεγχύματος και της νεφρικής πυέλου που συμβαίνει συνήθως μέσω της ανιούσας οδού (εξαιτίας της εισόδου μικροοργανισμών από την ουρήθρα και την ουροδόχο κύστη προς το νεφρό) και σπανιότερα μέσω αιματικής ή λεμφικής κυκλοφορίας. Οι λοιμογόνοι παράγοντες που ευθύνονται είναι το κολοβακτηρίδιο (E.Coli), η κλεμπσιέλα, ο πρωτέας, η ψευδομονάδα και το εντεροβακτηρίδιο. Η πυελονεφρίτιδα διακρίνεται σε οξεία και χρόνια.
- Η Οξεία πυελονεφρίτιδα χαρακτηρίζεται από οξεία φλεγμονή του νεφρού, από την αιφνίδια εμφάνιση υψηλού πυρετού, που συνοδεύεται κατά κανόνα από έντονο ρίγος. Παρουσιάζεται ευαισθησία ή και πόνος στην περιοχή του νεφρού και συχνά υπάρχουν συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό (συχνουρία, κάψιμο κατά την ούρηση, κ.ά.). Επίσης συνυπάρχουν συμπτώματα όπως καταβολή δυνάμεων, ανορεξία, ναυτία και έμετοι.
- Η χρόνια πυελονεφρίτιδα, παρουσιάζεται σε άτομα που έχουν κάποιες συστηματικές νόσους, όπως η φαρμακευτική νεφροπάθεια, η απόφραξη λόγω λίθων, αλλά και μετά από υποτροπές ουρολοιμώξεων, οι οποίες οδηγούν στην δημιουργία ουλών οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την υπολειτουργία και ατροφία των νεφρών.
Νεφρολιθίαση:
Γνωστή και ως «πέτρα στα νεφρά», η νεφρολιθίαση εμφανίζεται όταν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα η συσσώρευση αλάτων στα ούρα (συνήθως οξαλικό ασβέστιο, ουρικό οξύ, φωσφορικό ασβέστιο, κυστίνη και στουρβίτη), ξεπερνά κάποιο κρίσιμο όριο και σχηματίζονται κρύσταλλοι. Πολλές φορές οι πέτρες μπορεί να αποβληθούν από τον οργανισμό χωρίς να το καταλάβουμε, όταν όμως το μέγεθός τους είναι μεγάλο, προκαλούν υπερβολικό πόνο, τον κολικό του νεφρού.
Οι νεότερες έρευνες δείχνουν ότι δεν υπάρχει κληρονομική προδιάθεση για την εμφάνιση της νεφρολιθίασης ως ανεξάρτητη πάθηση. Όμως αρκετές παθολογικές καταστάσεις, ευνοούν την ανάπτυξη της νόσου. Τέτοιες παθολογικές καταστάσεις είναι: η κυστινουρία, η υπερδραστηριότητα των παραθυρεοειδών αδένων, οι παθήσεις των νεφρικών σωληναρίων, η κυστική νόσο των νεφρών, οι χρόνιες ουρολοιμώξεις, η υπερουριχαιμία, η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, η απόφραξη των ουροφόρων οδών και η υπερβολική πρόσληψη βιταμίνης D, αλλά και ορισμένα φάρμακα κατά του AIDS, τα διουρητικά και τα αντιόξινα με βάση το ασβέστιο.
Επίσης η καθιστική ζωή σε συνδυασμό με την έλλειψη φυσικής δραστηριότητας οδηγεί σε νεφρολιθίαση. Η διατροφή σχετίζεται άμεσα με τη νόσο, αφού η υπερκατανάλωση ζωικής πρωτεΐνης, βιταμίνης C και οξαλικών τροφών ευνοούν τη δημιουργία λίθων. Το σημαντικότερο όμως είναι η μειωμένη πρόσληψη νερού, που οδηγεί σε λίγα και πυκνά ούρα, κατάσταση που ευνοεί την νεφρολιθίαση.
Κύστεις των νεφρών:
Οι κύστεις στους νεφρών είναι κοιλότητες με ομαλά τοιχώματα, οι οποίες ξεχωρίζουν από το νεφρικό παρέγχυμα και περιέχουν διαυγές, συνήθως υποκίτρινο, υγρό. Οι απλές κύστεις είναι καλοήθεις και δεν σχετίζονται με τον καρκίνο του νεφρού. Είναι διαφορετικές από την κληρονομική πολυκυστική νόσο των νεφρών στην οποία το νεφρικό παρέγχυμα γεμίζει από πολυάριθμες κύστεις γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε νεφρική ανεπάρκεια. Οι νεφρικές κύστεις ταξινομούνται με βάση την εντόπιση τους σε υποκάψιες, φλοιώδεις, μυελώδεις, ή παραπυελικές. Συνήθως όμως έχουν φλοιώδη εντόπιση και αποτελούν τυχαίο εύρημα. Οι απλές κύστεις αποτελούν συγγενή (εκ γενετής), ή επίκτητη ανωμαλία και είναι μονήρεις ή μπορεί να υπάρχουν περισσότερες της μίας κύστης και στους δύο νεφρούς. Το μέγεθός τους ποικίλει από λίγα χιλιοστά έως αρκετά εκατοστά, ενώ η συχνότητα και το μέγεθός τους μπορεί να αυξηθεί με την πάροδο της ηλικίας.
Σπάνια προκαλούν συμπτώματα και συνήθως στερούνται κλινικής σημασίας. Όταν όμως είναι ευμεγέθεις και συμπιέζουν ζωτικά σημεία του νεφρού, τότε χρήζουν θεραπείας. Σπάνια, υπάρχει ο κίνδυνος οι κύστεις να επιμολυνθούν από κάποιο μικρόβιο. Υπάρχουν κάποιες μελέτες που συσχετίζουν τις κύστεις με την υψηλή αρτηριακή πίεση σε κάποιους ασθενείς. Η συχνότητα τους αυξάνει με την ηλικία και υπολογίζεται ότι πάνω από το 30% των ατόμων μετά τα 40 έτη, έχουν κάποια κύστη νεφρού.
Πολυκυστική νόσος των νεφρών:
Η πολυκυστική νόσος των νεφρών, είναι μία γενετική διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη πολυάριθμων κύστεων εντός των νεφρών. Αυτές οι κύστεις, μπορεί να προκαλέσουν μεγάλη αύξηση του μεγέθους των νεφρών, καταστρέφοντας τη φυσιολογική δομή τους και μειώνοντας την λειτουργική τους ικανότητα, οδηγώντας τελικά σε νεφρική ανεπάρκεια. Η πολυκυστική νόσος των νεφρών αποτελεί την 3η συχνότερη αιτία νεφρικής ανεπάρκειας μετά την υπέρταση και το σακχαρώδη διαβήτη. Στα αρχικά στάδια της νόσου, οι κύστεις διογκώνουν τους νεφρούς και ταυτόχρονα, επηρεάζουν αρνητικά τη νεφρική λειτουργία, οδηγώντας τον ασθενή σε χρόνια υπέρταση και σε μολύνσεις των νεφρών.
Τα συχνότερα συμπτώματα της νόσου, είναι ο πόνος στην κοιλιά, στην ράχη και στα πλευρά καθώς και κεφαλαλγίες. Οι πόνοι μπορεί να είναι συνεχείς ή παροδικοί, ήπιοι ή ισχυροί. Η πολυκυστική νόσος των νεφρών παρουσιάζεται με 3 τύπους εκ των οποίων οι 2 κυριότεροι είναι κληρονομικοί και ο τρίτος συσχετίζεται με μακροχρόνια νεφρικά προβλήματα, αιμοκάθαρση και μεγάλη ηλικία. Οι δυο κυριότεροι τύποι είναι η πολυκυστική νόσος των νεφρών κληρονομούμενη κατά τον αυτοσωματικό κυρίαρχο χαρακτήρα και κατά τον αυτοσωματικό υπολειπόμενο χαρακτήρα.
Η πολυκυστική νόσος των νεφρών κληρονομούμενη κατά τον αυτοσωματικό κυρίαρχο χαρακτήρα. Αποτελεί την συχνότερα κληρονομούμενη μορφή. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως μεταξύ της ηλικίας των 30 και 40 ετών, μπορεί όμως να αρχίσουν και νωρίτερα, ακόμη και από την παιδική ηλικία. Περίπου το 90% των περιπτώσεων πολυκυστικής νόσου των νεφρών, ανήκουν σ’ αυτό τον τύπο. Τα συνήθη συμπτώματα που δίνει η νόσος είναι:
- Ουρολοιμώξεις, ειδικά στις κύστεις των νεφρών
- Αιματουρία
- Κύστεις στο ήπαρ και το πάγκρεας
- Παθολογικές βαλβίδες της καρδιάς
- Υπέρταση
- Νεφρολιθίαση
- Ανευρύσματα στα αγγεία του εγκεφάλου
- Εκκολπωμάτωση στο παχύ έντερο
Η πολυκυστική νόσος των νεφρών κληρονομούμενη κατά τον αυτοσωματικό υπολειπόμενο χαρακτήρα. Αποτελεί μία σπάνια κληρονομούμενη μορφή. Τα συμπτώματα αυτής της μορφής, αρχίζουν ήδη από τους πρώτους μήνες της ζωής του νεογνού, ακόμη και από την κύηση.
Σπειραματοπάθειες – Σπειραματονεφρίτιδες:
Σπειραματοπάθειες είναι οι παθήσεις του σπειράματος των νεφρών, οι οποίες επηρεάζουν την δομική τους κατασκευή και την λειτουργία τους. Πρόκειται για παθήσεις οι οποίες εμφανίζονται στα πλαίσια ενός συστηματικού νοσήματος (πχ. συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, αγγειίτιδες, μικροβιακές ενδοκαδρίτιδες, αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο, αμυλοείδωση), είτε, οφείλονται σε μεταβολικά ή αιμοδυναμικά αίτια (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης, αρτηριακή υπέρταση, υπερουριχαιμία, υπεροξαλουρία). Οι συνήθεις κλινικές τους εκδηλώσεις είναι το νεφρωσικό και το νεφριτικό σύνδρομο. Το νεφρωσικό σύνδρομο χαρακτηρίζεται από την παρουσία οιδήματος, λευκωματουρίας, υπολευκωματιναιμίας και υπερχοληστερολαιμίας, ενώ, το νεφριτικό σύνδρομο χαρακτηρίζεται από την παρουσία αρτηριακής υπέρτασης, ολιγουρίας, ερυθρών αιμοσφαιρίων και κυλίνδρων στα ούρα (μικροσκοπική αιματουρία και κυλινδρουρία).
Μονήρης νεφρός (συγγενής ή επίκτητος):
Πρόκειται για την κατάσταση όπου το άτομο αντί να έχει δύο νεφρούς, διαθέτει μόνο τον ένα. Οι αιτίες μπορεί να υπάρχουν εκ γενετής ή να παρουσιαστούν αργότερα. Ο μονήρης νεφρός ως συγγενής ανωμαλία εμφανίζεται με συχνότητα περίπου 1/2900 γεννήσεις και είναι συχνότερη στις κυήσεις διαβητικών μητέρων. Στις επίκτητες αιτίες περιλαμβάνονται οι νεφρεκτομές λόγω τραυματισμού, καρκίνου ή δωρεάς του οργάνου.
Οξεία νεφρική ανεπάρκεια:
Η οξεία νεφρική ανεπάρκεια προκαλείται μετά από την απόφραξη του νεφρικού συστήματος (λιθίαση, νεοπλάσματα), από την απώλεια της νεφρικής παροχής αίματος και τη βλάβη στα κύτταρα του νεφρού από φάρμακα. Η νόσος εκδηλώνεται συχνά σε ασθενείς με καρκίνο στον πνεύμονα. Στην περίπτωση της οξείας νεφρικής ανεπάρκειας συμβαίνει συσσώρευση υγρών και προϊόντων του μεταβολισμού στον οργανισμό γεγονός που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στο θάνατο. Τα αίτια της οξείας νεφρικής ανεπάρκειας διακρίνονται σε:
- Προνεφρικά: που προκαλούν μείωση της αιματικής ροής προς το νεφρό. Αυτό μπορεί να συμβεί σε περίπτωση αιμορραγίας, τραυματισμού, αφυδάτωσης, κυκλοφοριακού shock, σηπτικού shock, εγκαυμάτων, οξείας παγρεατίτιδας, οξείας περιτονίτιδας, οξείας βακτηριακής ενδοκαρδίτιδας, κέτωσης και διαβήτης.
- Νεφρικά: που συνήθως οφείλονται σε βλάβη του νεφρικού παρεγχύματος από φάρμακα ή σκιαγραφικές ουσίες όπως: νεφροτοξικά φάρμακα (ιωδιούχα σκιαγραφικά, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, αμινογλυκοσίδες).
- Μετανεφρικά: που πρόκειται για παθήσεις οι οποίες προκαλούν απόφραξη της αποβολής των ούρων από τα νεφρά π.χ. όγκος, λιθίαση, υπερπλασία προστάτη.
Τα συμπτώματα της οξείας νεφρικής ανεπάρκειας εκδηλώνονται με:
- Μικρή ή καθόλου παραγωγή ούρων
- Οίδημα που εντοπίζεται κυρίως στα πόδια
- Ανορεξία
- Ανησυχία, άγχος, σύγχυση, υπνηλία
- Δύσπνοια, πόνος στον θώρακα
Χρόνια νεφρική νόσος:
Η Χρόνια νεφρική νόσος αναπτύσσεται όταν οι νεφροί αδυνατούν, λιγότερο ή περισσότερο, να εκτελέσουν τις βασικές τους λειτουργίες. Το γεγονός αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση, η αναιμία και οι καρδιαγγειακές νόσοι. Η Χρόνια Νεφρική Νόσος αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο εξέλιξης της νεφρικής βλάβης στο τελικό στάδιο της νεφρικής ανεπάρκειας. Τις τελευταίες δεκαετίες η χρόνια νεφρική νόσος παρουσιάζει σημαντική αύξηση αφού υπολογίζεται ότι περίπου το 10% των ανθρώπων έχουν κάποιο νεφρικό πρόβλημα. Ο κυριότερος λόγος είναι ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων που πάσχουν από διαβήτη και υψηλή πίεση, που είναι οι κυριότερες αιτίες πρόκλησης βλαβών στους νεφρούς και επιδεινώνουν το πρόβλημα των χρόνιων νεφρικών παθήσεων.
Η Χρόνια Νεφρική Νόσος υποδηλώνει ότι οι νεφροί παρουσιάζουν μόνιμη βλάβη, η οποία επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Εάν οι παθολογικές αλλοιώσεις των νεφρών εξελιχθούν πέρα από ένα σημείο, οι νεφροί μπορεί να σταματήσουν να επιτελούν κανονικά τη λειτουργία τους ή και ακόμη να σταματήσουν να λειτουργούν τελείως. Τότε εκδηλώνεται το στάδιο της νεφρικής ανεπάρκειας, που μπορεί να είναι μερική ή ολική.
Στην ολική νεφρική ανεπάρκεια ο ασθενής χρειάζεται για την επιβίωσή του τεχνητούς τρόπους καθαρισμού του αίματoς του, όπως η αιμοκάθαρση ή η περιτοναϊκή διάλυση. Οι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο χρόνιων νεφρικών παθήσεων είναι:
- Η αύξηση της ηλικίας
- Το οικογενειακό ιστορικό νεφρικής πάθησης
- Η υπέρταση (υψηλή πίεση)
- Ο ζαχαρώδης διαβήτης
- Οι καρδιακές ασθένειες
- Η υψηλή αρτηριακή πίεση
- Οι διάφορες παθήσεις που προσβάλλουν τα νεφρά (σπειραματονεφρίτιδα, πολυκυστική νόσος των νεφρών κ.ά.)
- Η στένωση της νεφρικής αρτηρίας
- Η μακροχρόνια λήψη φαρμάκων, όπως τα αντιφλεγμονώδη
- Η δυσκοιλιότητα, αφού με βάση τις τελευταίες επιστημονικές έρευνες, οι δυσκοίλιοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν 13% μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν χρόνια νεφροπάθεια και 9% μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν νεφρική ανεπάρκεια.
Παρόλο που η χρόνια νεφρική νόσος αρχίζει με μια μακρά περίοδο χωρίς συμπτωματολογία, εντούτοις μπορεί να διαγνωστεί από τις επιπλοκές που προκαλεί η μειωμένη νεφρική λειτουργία. Δυστυχώς στις μέρες μας υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό 27% των ασθενών με χρόνια νεφρική νόσο είναι αδιάγνωστοι, αφού αποφεύγουν την ιατρική βοήθεια.
Καλοήθη νεοπλάσματα των νεφρών:
Υπάρχουν δύο τύποι καλοηθών όγκων, το ογκοκύττωμα και το αγγειομυολίπωμα.
- Το αγγειομυολίπωμα είναι ένα καλόηθες νεόπλασμα, που αποτελείται από ποικίλα ποσά ώριμου λιπώδους ιστού, λείες μυϊκές ίνες και ανώμαλα αγγεία με παχιά τοιχώματα. Τα χαρακτηριστικά του απεικονιστικά ευρήματα στο υπερηχογράφημα νεφρού, περιλαμβάνουν καλώς αφοριζόμενη μάζα με υψηλή ηχογένεια και πιθανή παρουσία ακουστικής σκιάς, που μπορεί να θυμίζει πέτρα νεφρού. Τα αγγειομυολιπώματα είναι ασυμπτωματικά όταν είναι μικρά, αλλά έχουν αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας όταν είναι μεγαλύτερα των 4 cm.
Το ογκοκύττωμα είναι ένας όγκος των νεφρών, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την παρουσία ηωσινόφιλων κυττάρων με πολυγωνική όψη και σπάνιες μιτωτικές μορφές. Είναι σπάνιος όγκος (2-3% των νεφρικών όγκων), που αποκαλύπτεται τυχαία κατά τον υπερηχογραφικό έλεγχο ή τον έλεγχο της κοιλιάς με αξονική τομογραφία. Αν και προσομοιάζεται συχνά με το αδενοκαρκίνωμα του νεφρού,εντούτοις αποτελεί καλοήθη όγκο. Ωστόσο πολλές φορές είναι δύσκολο να διαφορο-διαγνωστεί,απεικονιστικά από το αδενοκαρκίνωμα με αποτέλεσμα η διάγνωση να ορίζεται στην βιοψία μετά την εκτομή του. Το ογκοκύττωμα στο υπερηχογράφημα μπορεί να είναι υπερηχογενές, ισοηχογενές ή υποηχογενές συγκριτικά με το νεφρικό φλοιό. Η ισοηχογενής απεικόνιση θεωρείται συχνότερη.
Αδενοκαρκίνωμα του νεφρού ή νεφροκυτταρικό καρκίνωμα:
Το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα είναι ο συχνότερος πρωτοπαθής κακοήθης όγκος του νεφρού σε ποσοστό 80-90% των περιπτώσεων και συνολικά αποτελεί το 2% των κακοήθων όγκων του ανθρώπου και το τρίτο κατά σειρά συχνότητας νεόπλασμα του ουροποιητικού συστήματος. Το αδενοκαρκίνωμα του νεφρού εμφανίζεται συχνότερα σε άνδρες μετά την ηλικία των 50 ετών. Η αιτιολογία του είναι άγνωστη, φαίνεται όμως ότι στην εμφάνισή του προδιαθέτουν:
- γενετικοί παράγοντες
- το κάπνισμα
- η έκθεση σε χημικά όπως το κάδμιο
- η παχυσαρκία
- η επίκτητη κυστική νόσος των νεφρών
- η κατάχρηση αναλγητικών
- η υπέρταση
Συνήθως το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα παραμένει ασυμπτωματικό μέχρι να αποκτήσει σημαντικό μέγεθος. Στα αρχικά στάδια η διάγνωση μπορεί να γίνει μόνο τυχαία (π.χ κατά τον υπερηχογραφικό έλεγχο της κοιλίας για άλλο λόγο). Καθώς όμως ο όγκος αυξάνεται μπορεί να εμφανιστεί αιματουρία, άλγος στην οσφύ και ψηλάφητή μάζα στην κοιλιακή χώρα, απώλεια βάρους, αδυναμία, πυρετός, υπέρταση, κιρσοκήλη (από την διήθηση της νεφρικής φλέβας), πολυερυθραιμία, αναιμία και υπερασβεστιαιμία. Η χειρουργική θεραπεία προσφέρει υψηλά ποσοστά ίασης στα αρχικά στάδια της νόσου.
Οι Παθήσεις της Ουροδόχου Κύστεως
Η ουροδόχος κύστη αποτελεί την αποθήκη των ούρων του οργανισμού. Τα ούρα εισέρχονται στην ουροδόχο κύστη μέσω των ουρητήρων και εξέρχονται από αυτήν μέσω της ουρήθρας. Η χωρητικότητα της ουροδόχου κύστης εξαρτάται από την ηλικία, το φύλο, και την διάπλαση του ανθρώπου, ενώ η χωρητικότητα της κυμαίνεται περίπου στα 300-500 ml. Το αίσθημα της ούρησης στον άνθρωπο ξεκινά από τα πρώτα 200 -250ml ούρων στην κύστη. Όμως πολλές φορές η ουροδόχος κύστη προσβάλλεται από διάφορες παθολογικές καταστάσεις και νοσηρότητες, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τα υπόλοιπα όργανα του ανθρώπου.
Συμπτωματολογία:
Οι παθολογικές καταστάσεις που δημιουργούν προβλήματα στην ουροδόχο κύστη είναι αρκετές με πολυποίκιλη συμπτωματολογία. Ωστόσο πολλές φορές ο ασθενής μπορεί να μην έχει συμπτώματα, τουλάχιστον θορυβώδη. Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι ο πόνος, που συνήθως μπορεί να οφείλεται σε μια απλή λοίμωξη της κύστης. Όμως κάποιες φορές ο πόνος μπορεί να υποδηλώνει και μία πιο σοβαρή κατάσταση υγείας, όπως είναι μία κακοήθεια. Γι΄ αυτό το λόγο πρέπει πάντα να απευθυνόμαστε στον ουρολόγο μας, όταν παρατηρήσουμε ή αισθανθούμε κάποιο από τα παρακάτω συμπτώματα:
- Επώδυνη ούρηση
- Συχνουρία και επιτακτική ανάγκη για ούρηση, ακόμη και όταν η κύστη δεν είναι γεμάτη (ούρηση περισσότερες από 8 φορές την ημέρα)
- Δύσοσμα ούρα
- Αίμα στα ούρα (αιματουρία)
- Πόνο ή και αίσθημα βάρους – πίεσης στην ηβική περιοχή ή και στο κάτω μέρος της κοιλιάς
- Πόνο στην ευρύτερη πυελική περιοχή
- Πόνο στην πλάτη
- Στυτική δυσλειτουργία
Γενικότερα σας αναφέρουμε τις παθήσεις τις ουροδόχου κύστης:
H οξεία κυστίτιδα:
H οξεία κυστίτιδα, που είναι μια λοίμωξη της ουροδόχου κύστης και προκαλείται, όταν βακτήρια εισέρχονται μέσω της ουρήθρας στην κύστη και προκαλούν φλεγμονή. Συνήθως οφείλεται σε εντεροβακτηρίδια όπως: Escherichia coli, serratia, morganella, Klebsiella, Proteus και περιστασιακά σε ευκαιριακά βακτήρια όπως η ψευδομονάδα. Άλλοι μικροοργανισμοί που μπορούν να προκαλέσουν οξεία κυστίτιδα είναι οι εντερόκοκκοι, η γονόρροια, οι τριχομονάδες, το μυκόπλασμα, τα χλαμύδια, οι μύκητες κ.α. Η οδός της λοίμωξης τυπικά είναι ανιούσα από την ουρήθρα και συνήθως πλήττει συχνότερα τις γυναίκες, επειδή η ουρήθρα των γυναικών αφενός είναι κοντύτερη από ότι των ανδρών, αφετέρου είναι πιο κοντά στον πρωκτό και γι’ αυτό είναι πιο ευάλωτη στην εισβολή των μικροβίων.
Η διάμεση κυστίτιδα:
Η διάμεση κυστίτιδα ή επώδυνη κύστη, αποτελεί μία σοβαρή μορφή του συνδρόμου πόνου της ουροδόχου κύστης. Παρότι τα αιτία δεν είναι εντελώς κατανοητά, ωστόσο η διάμεση κυστίτιδα είναι μία κατάσταση που μπορεί να σχετίζεται με χρόνια φλεγμονή στον εσωτερικό βλεννογόνο που επικαλύπτει την κοιλότητα της ουροδόχου κύστης. Οι αιτίες που προκαλούν τη χρόνια φλεγμονή του εσωτερικού βλεννογόνου της ουροδόχου κύστης είναι πολλές. Σε ορισμένους ανθρώπους κάποιες ανωμαλίες στο εσωτερικό του τοιχώματος της ουροδόχου κύστης μπορεί να ευθύνονται για μία χρόνια φλεγμονή. Επίσης η φλεγμονή μπορεί να σχετίζεται με αυτοάνοση ή ορμονική διαταραχή (ιδίως στις γυναίκες όταν περιορίζεται μόνο στο κυστικό τρίγωνο – τριγωνίτιδα). Γι΄ αυτό το λόγο έχουμε διαφορετική συχνότητα της νόσου ανάλογα με το φύλο. Η διάμεση κυστίτιδα είναι 5 έως 9 φορές συχνότερη στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Στις περισσότερες περιπτώσεις η νόσος εκδηλώνεται στις ηλικίες από 30 έως 40 ετών.
Η Υπερλειτουργική κύστη:
Η Υπερλειτουργική κύστη ή σύνδρομο της υπερδραστήριας κύστης πρόκειται για μία συχνή ουρολογική πάθηση που επηρεάζει άντρες και γυναίκες όλων των ηλικιών και εκδηλώνεται όταν ο μυς της ουροδόχου κύστης συσπάται ανεξέλεγκτα. Αυτές οι συσπάσεις προκαλούν επιτακτική ανάγκη για ούρηση, ακόμη και όταν η κύστη δεν είναι γεμάτη. Η υπερδραστήρια κύστη παρουσιάζεται σε ποσοστά 10-26% στους άνδρες και 8-42% στις γυναίκες, ενώ η συχνότητα εμφάνισης αυξάνεται με την ηλικία και συχνά συνυπάρχει και με άλλες δυσλειτουργίες του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος. Πολλές συνήθεις χρόνιες παθήσεις όπως η κατάθλιψη, η δυσκοιλιότητα, νευρολογικές παθήσεις καθώς και η στυτική δυσλειτουργία σε πάσχοντες άνδρες, έχουν βρεθεί ότι σχετίζονται με την εμφάνιση της υπερδραστήριας κύστης.
Η πτώση της ουροδόχου κύστης στις γυναίκες (κυστεοκήλη):
Η κυστεοκήλη είναι η πρόπτωση της ουροδόχου κύστεως διάμεσου του κόλπου. Η κυστεοκήλη δημιουργείται λόγω της χαλάρωσης των μυών και των συνδέσμων που στηρίζουν και συγκρατούν την ουροδόχο κύστη στη ανατομική της θέση. Η χαλάρωση του κόλπου συμπαρασύρει την ουροδόχο κύστη προς τα κάτω , με αποτέλεσμα ακόμα και να προβάλει αυτή έξω από το σώμα.
Ανάλογα με το μέγεθος της βλάβης την κατατάσσουμε σε 1ου βαθμού (ήπια βλάβη), 2ου βαθμού και 3ου βαθμού (πρόπτωση έξω από τον κόλπο). Η πρώτου βαθμού κυστεοκήλη συνήθως δεν έχει συμπτώματα αλλά αποτελεί το πρώτο στάδιο της εξέλιξης. Οι δεύτερου και τρίτου βαθμού κυστεοκήλες (όπου ο κόλπος προβάλει ανάμεσα στα χείλη του αιδοίου) δίνουν τα εξής συμπτώματα: αίσθημα βάρους, μπούκωμα, δυσκολία στην ούρηση, απώλεια ούρων. Πολύ συχνά η κυστεοκήλη, συνυπάρχει με εντεροκήλη ή ορθοκήλη. Οι προδιαθεσικοί παράγοντες που επηρεάζουν την δημιουργία κυστεοκήλης είναι:
- οι πολλαπλές φυσιολογικές γέννες
- το αυξημένο βάρος γέννησης του μωρού
- η διάρκεια και η δυσκολία του φυσιολογικού τοκετού
- η χρήση εργαλείων για την έξοδο του μωρού από τον κόλπο
- η παχυσαρκία
- η απώλεια των φυσιολογικών ορμονών με την αύξηση της ηλικίας
- η βαριά σωματική εργασία
- ο χρόνιος βήχα
- η χρόνια δυσκοιλιότητα
- γενετικοί παράγοντες
Η λιθίαση της ουροδόχου κύστης:
Οι πέτρες στην ουροδόχο κύστη δημιουργούνται όταν κύστη δεν αδειάζει εντελώς με επακόλουθο στα εναπομείναντα ούρα να δημιουργείται ίζημα σχηματίζοντας κρυστάλλους , οι οποίοι με την σειρά τους γίνονται πέτρες εντός της ουροδόχου κύστης. Οι πέτρες στην ουροδόχο κύστη παρουσιάζονται συνήθως σε άνδρες ασθενείς μεγαλύτερης ή προχωρημένης ηλικίας ως επακόλουθη επιπλοκή ενός διευρυμένου προστάτη ή μίας καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη. Πρέπει να τονίσουμε ότι οι πέτρες στην ουροδόχο κύστη διαφέρουν από της πέτρες στους νεφρούς ή στους ουρητήρες. Τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει η ύπαρξη τους είναι οι ουρολοιμώξεις, η διακοπή της ροής των ούρων (μερική ή ολική), ο πόνος στο πέος κατά την ούρηση, η αδυναμία ούρησης και η αιματουρία. Επίσης η λιθίαση της ουροδόχου κύστης συνδέεται άμεσα με πολλές άλλες ουρολογικές παθήσεις όπως η προστατίτιδα, τα κυστικά εκκολπώματα, η νευρογενής κύστη και οι επαναλαμβανόμενες ουρολοιμώξεις.
Το εκκόλπωμα της ουροδόχου κύστης:
Το τοίχωμα της ουροδόχου κύστης αποτελείται από τον εξωστήρα μυ της κύστης δομημένο από λείες μυϊκές ίνες οργανωμένες σε σπειροειδή, κυκλικά και επιμήκη δεμάτια. Όταν για κάποιο λόγο υπάρξει ένα σημείο αδυναμίας μεταξύ του πλεξίματος των μυϊκών ινών, τότε η κύστη κάνει ένα κοίλωμα – εκκόλπωμα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα δεύτερο ρεζερβουάρ ούρων, το οποίο μετά την ούρηση δεν αδειάζει όπως το κυρίως μέρος της ουροδόχου κύστης. Αυτή η ανατομική ανωμαλία έχει την τάση να μεγαλώνει με αποτέλεσμα να δημιουργεί ουρολοιμώξεις και λιθιάσεις. Όταν το εκκόλπωμα παρουσιάζεται εκεί που απολήγει ο ουρητήρας στην ουροδόχο κύστη λέγεται παραουρητηρικό εκκόλπωμα. Το εκκόλπωμα της ουροδόχου κύστης θεωρείται μία από τις συνήθεις επιπλοκές της καλοήθους υπερτροφίας του προστάτη.
Οι πολύποδες της ουροδόχου κύστης:
Οι πολύποδες είναι καλοήθη όγκοι από τη μή φυσιολογική ανάπτυξη των ιστών που βρίσκονται στο βλεννογόνο της κύστης. Παρότι που στις περισσότερες περιπτώσεις, οι πολύποδες στην ουροδόχο κύστη δεν απαιτούν ειδική θεραπεία, εντούτοις θα πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά ως προς το ρυθμό της ανάπτυξής τους για τυχόν υποτροπές. Ως αιτία των πολυπόδων θεωρούνται οι μακροχρόνιες ουρολοιμώξεις καθώς και περιβαλλοντολογικοί και κληρονομικοί λόγοι.
Τα θηλώματα της ουροδόχου κύστης:
Τα θηλώματα της ουροδόχου κύστης, είναι στην ουσία ο επιφανειακός καρκίνος της ουροδόχου κύστεως από μεταβατικό επιθήλιο. Ο όρος προέρχεται από τη θηλωματώδη μορφή που εμφανίζεται η κακοήθεια στο βλεννογόνο και ομοιάζει με μικρό δέντρο ή μανιτάρι ή κουνουπίδι.
Τα κακοήθη νεοπλάσματα (καρκίνος ουροδόχου κύστης):
Ο καρκίνος ουροδόχου κύστης ξεκινά συνήθως στα κύτταρα που βρίσκονται στο εσωτερικό μέρος της ουροδόχου κύστης. Συνήθως προσβάλει τους ηλικιωμένους ανεξάρτητα από το φύλο και στατιστικά πάνω από τα δύο τρίτα των θανάτων από καρκίνο της ουροδόχου κύστης είναι σε άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών. Ο συνηθέστερος ιστολογικός τύπος είναι οι καρκίνοι εκ μεταβατικού επιθηλίου. Σπανιότεροι τύποι είναι το αδενοκαρκίνωμα και το πλακώδες καρκίνωμα. Όμως πολλές φορές ορισμένοι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης περιλαμβάνουν περισσότερους από ένα τύπο κυττάρων. Κατά την διάγνωση στο 75% των ασθενών ο όγκος που βρίσκεται είναι επιφανειακός. Η σημαντικότερη εξέταση για την διάγνωση της νόσου είναι η κυστεοσκόπηση, η οποία θα αναδείξει τη βλάβη, τη θέση και το μέγεθος του προβλήματος. Άλλες εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης είναι: η βιοψία, η κυτταρολογική εξέταση ούρων, το υπερηχογράφημα ουροποιητικού, η ενδοφλέβια πυελογραφία και η αξονική πυελογραφία.
Η θεραπευτική προσέγγιση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης διαφέρει κατά περίπτωση και κατηγορία. Τα επιφανειακά καρκινώματα της ουροδόχου κύστης μπορούν να αφαιρεθούν διουρηθρικά. Μετά την επιφανειακή αφαίρεση τους, ακολουθεί φαρμακευτική θεραπεία. Στους διηθητικούς όγκους οι οποίοι είναι και οι πιο επικίνδυνοι, η επεμβατική θεραπεία συνίσταται στην ριζική κυστεκτομή και στην εκτροπή των ούρων. Στην συνέχεια ακολουθείται χημειοθεραπεία και θεραπεία με ακτινοβολία. Ο κυρίως ενοχοποιητικός παράγοντας του καρκίνου της ουροδόχου κύστης, είναι το κάπνισμα. Επίσης η αύξηση της ηλικίας αποτελεί παράγοντα κινδύνου. Βέβαια ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι σπάνιος σε άτομα κάτω των 40 ετών.
Συμπερασματικά:
Για την υγεία και την πρόληψη των παθήσεων της ουροδόχου κύστης, είναι εξαιρετικά ωφέλιμο να είμαστε επιμελείς με την υγεία μας και να “ακούμε” το σώμα μας. Επί συμπτωμάτων, θα πρέπει αμέσως να συμβουλευόμαστε τον ουρολόγο μας, ενώ η υιοθέτηση μίας υγιεινής διατροφής κρίνεται απαραίτητη. Ειδικότερα:
- σταματάμε το κάπνισμα,
- αποφεύγουμε την έκθεση σε τοξικές και χημικές ουσίες,
- πίνουμε άφθονο νερό ( πάνω από 1,5 λίτρα), σε όλη την διάρκεια της μέρας και όχι μόνο με το φαγητό,
- επιλέγουμε διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά που μειώνουν τον κίνδυνο από όλες τις μορφές καρκίνου.